Μη βιαστείς να χαμογελάσεις, σκεπτόμενος ότι το ερώτημα εντάσσεται στη σφαίρα της οψίμως εμφανισθείσας στο δημόσιο διάλογο "οικονομικής παραφιλολογίας" που θέλει τον κάθε οικονομολογούντα να εισηγείται την κάθε μπαρούφα που του κατεβαίνει στο μυαλό.
Το ερώτημα αποσκοπεί στη θεωρητική διερεύνηση του ενδεχόμενου το Δημόσιο Χρέος να αποτελεί ιδιόμορφο συστατικό της περιουσίας του Δημοσίου και συνεπώς για την πώληση, την ανταλλαγή του, την αναδιάρθρωσή του ή την ζημιογόνο απομείωσή - "κούρεμα" - του, να απαιτείται η στέγασή του υπό την αυστηρή προστασία και τις σχετικές πρόνοιες και ρήτρες που επιφυλάσσει ο νομοθέτης για τα κρατικά περιουσιακά στοιχεία.
Το αποκαλούμε ιδιόμορφο συστατικό της Δημόσιας περιουσίας, διότι για μεν τους ιδιώτες το χρέος προφανώς αποτελεί συστατικό του παθητικού, ένα δηλαδή αρνητικό στοιχείο που συνυπάρχει μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία ενός ατομικού, οικογενειακού ή εταιρικού προϋπολογισμού και μπορεί η ανεξέλεγκτη διόγκωση ή η άφρονη διαχείρισή του να οδηγήσει σε οδυνηρές συνέπειες, για το δε κράτος όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά, όπως θα φανεί παρακάτω.
Από το Σύνταγμα της Χώρας αλλά και από τις παραδεδεγμένες αρχές που διέπουν κάθε συντεταγμένη πολιτεία, η κρατική περιουσία και συνακόλουθα η διαχείρισή της αποσκοπούν και υπηρετούν ένα ευρύτερο και περισσότερο σύνθετο αγαθό από εκείνο που υπηρετεί η ατομική περιουσία: το κοινό όφελος, με τις συνεξαρτώμενες με αυτό έννοιες της δημόσιας ασφάλειας, του γενικού συμφέροντος, την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης, της ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας. Αυτό τουλάχιστον απεικονίζεται στα σχετικά άρθρα και του Ελληνικού Συντάγματος, 17, 18 και 106.
Αν προχωρήσουμε λίγο πιο βαθιά σε αυτή την έννοια, δηλαδή της κρατικής περιουσίας εφοδιασμένης αναπόσπαστα με τον ειδικό σκοπό της εξυπηρέτησης του κοινού δημόσιου οφέλους, θα διαπιστώσουμε πως τόσο η σχετική νομολογία όσο και διαχρονικά οι αποφάσεις και οι ενέργειες της κρατικής διοίκησης ανέκαθεν ήταν υποταγμένες στη στάθμιση - άλλοτε επιτυχώς και άλλοτε όχι, αλλά αυτό δεν ενδιαφέρει το παρόν άρθρο - του υπέρτερου αγαθού που έπρεπε να εξυπηρετηθεί και να διαφυλαχθεί. Μια επίταξη - ας πούμε - ενός οικοπέδου ιδιωτικής ιδιοκτησίας, προσβάλλει το αγαθό της ατομικής ιδιοκτησίας, αφαιρεί δηλαδή "βιαίως" ένα ατομικό περιουσιακό στοιχείο, για να ενισχυθεί ένα άλλο δημόσιο και άρα υπέρτερο αγαθό, αυτό της - και πάλι ας πούμε - της δημόσιας ασφάλειας για να χτιστεί ένα στρατόπεδο με το σκεπτικό ότι το δημόσιο αγαθό έρχεται να προστεθεί και να προσθέσει υπεραξία στην υπόλοιπη ατομική περιουσία, άρα σε ένα άλλο επίπεδο ο ιδιώτης θα επωφεληθεί από αυτήν την κρατική νόμιμη "αυθαιρεσία". Από την άλλη βεβαίως και το δημόσιο αγαθό θα εμπλουτισθεί, ενώ νοητώς "διαμοιραζόμενο" μεταξύ των πολιτών θα ενσωματωθεί ως υπεραξία στο συνολικό δημόσιο όφελος που απολαμβάνουν οι πολίτες, με διάφορες μορφές. Και για να έρθουμε στο προκείμενο, δηλαδή στο χρέος, το κράτος εκδίδει ομόλογα προκειμένου να δανειστεί - θυσιάζει δηλαδή ένα δημόσιο αγαθό όπως είναι η δημοσιονομική ισορροπία ή το αξιόχρεο της εθνικής οικονομίας - προκειμένου να εξυπηρετήσει το ευρύτερο δημόσιο κοινό όφελος, όπως βεβαίως αυτό το αντιλαμβάνεται.Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι το εξυπηρετούμενο δημόσιο κοινό όφελος είναι η πληρωμή μισθών και συντάξεων ή η εκτέλεση δημόσιων έργων απαραίτητων για την κοινωνική ειρήνη, ασφάλεια κλπ. Δεν είναι όμως "υποχρεωμένο" το κράτος να "εξηγήσει" το σύνολο των αιτιών που οδηγούν στην απόφαση του δανεισμού του κάθε φορά. Κάποιες φορές αυτά δεν είναι ορατά και διαθέσιμα για διατύπωση, ενώ κάποιες άλλες ούτε οι κρατικοί λειτουργοί αντιλαμβάνονται ακριβώς αυτή τη θεσμική λειτουργία του χρέους, απλώς εκτελώντας διαδικαστικά τα αναγκαία.
Το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας είναι να ενσωματώνονται, να μεταβάλλονται και να αλληλοεπηρεάζονται οι εσωτερικές ισορροπίες των συνιστωσών συστατικών του δημόσιου κοινού οφέλους μέσω του ύψους και της μορφής του χρέους. Δηλαδή αν το δημόσιο κοινό όφελος το αθροίσουμε με - υποθετικά, γιατί ποτέ δεν είναι ευκρινώς ορισμένα - τρία συστατικά, τη δημόσια τάξη, την κοινωνική ειρήνη και την ανάπτυξη, ο υπέρμετρος δανεισμός ενισχύει το πρώτο, αν με τα δανεικά πληρώνονται οι μισθοί αστυνομικών και δικαστικών, το δεύτερο, ενώ καταρρακώνει το τρίτο. Το άθροισμα όμως παραμένει σε αποδεκτά επίπεδα, το δημόσιο κοινό όφελος - όπως σταθμίστηκε κατά την εκάστοτε συγκυρία, σωστά ή λάθος - εξυπηρετήθηκε και το κυριότερο: το χρέος ενσωματώθηκε ως αξία μέσα στο σύμπλεγμα των δημόσιων αγαθών.
Επιπλέον, δεν είναι απολύτως ορατή αλλά αναμφίβολα υφίσταται και μάλιστα ως εξαιρετικά σημαντική η διάσταση του δημόσιου χρέους ως μέσο άσκησης της κρατικής πολιτικής και αυτό είναι άλλο ένα σημείο που το διαφοροποιεί ουσιωδώς από το ιδιωτικό. Η σύναψη διακρατικών δανείων, κατ' επιλογήν της εκάστοτε Κυβέρνησης, απεικονίζει τις επιλογές και τις επιδιωκόμενες σχέσεις στην εξωτερική πολιτική, η συνομολόγηση δανείων με ιδιώτες επενδυτές απεικονίζει και άπτεται της Κυβερνητικής βούλησης και του τρόπου που επιλέγει η Πολιτεία να συμμετάσχει στην ευρύτερη οικονομία και να τη συνδιαμορφώσει, όπως τόσο Συνταγματικά όσο και οικονομικά υποχρεούται και συναποτελεί παράγοντα μαζί με τις Τράπεζες, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Αυτή η κρατική βούληση και η συνακόλουθη υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής σχετικά με τη διαχείριση του δημόσιου χρέους, ενσωματώνει και πάλι τα αποτελέσματά της - θετικά ή αρνητικά - στο δημόσιο κοινό όφελος, αφού η χώρα θα ωφεληθεί ή θα ζημιωθεί από συμμαχίες που συμμετείχε ή όχι, ή θα ωφεληθεί ή θα ζημιωθεί από επιχειρήσεις ή Τράπεζες με τις οποίες συναλλάχθηκε ή όχι ενώ αντίστοιχα οφέλη ή ζημίες θα αποτυπωθούν και στους αντισυμβαλλόμενους ιδιώτες ή διεθνείς παράγοντες. Και όλα αυτά σε βάθος χρόνου τέτοιο που δεν γίνεται άμεσα αντιληπτή η σχέση κόστους- οφέλους της εκάστοτε ενέργειας επί του χρέους. Αν, για παράδειγμα, σε ένα ακραίο φανταστικό σενάριο το κράτος αποφασίσει να δανειστεί ένα τεράστιο ποσό - με τις γνωστές πλέον συνέπειες(!) - ώστε να κατασκευάσει ένα πυρηνικό εργοστάσιο, ένα ερευνητικό κέντρο ή ένα κοσμοδρόμιο(!) και τα οφέλη σε βάθος εικοσαετίας είναι πολλαπλάσια στην Άμυνα, στην εξωτερική πολιτική και στην οικονομία, το ισοδύναμο αποτέλεσμα χωρίς να προβεί σε υπέρμετρο δανεισμό θα ήταν αδύνατο να επιτευχθεί ενώ το η εσωτερική αξία όλων των περιγραφομένων επιτευγμάτων θα ήταν πολύ μεγαλύτερη από την λογιστική αξία του υπέρογκου δανείου του παραδείγματός μας.
Συμπερασματικά, το δημόσιο χρέος δεν μπορεί να απομονωθεί ως ένα στοιχείο του Παθητικού στον κρατικό προϋπολογισμό, κατ' αναλογία με τα συμβαίνοντα σε μια επιχείρηση. Αντίθετα, αποτελεί ένα μέσο άσκησης πολιτικής σε πολλαπλούς τομείς που ξεκινούν από την Άμυνα και φθάνουν μέχρι την άσκηση κοινωνικής πολιτικής. Συναποτελεί δηλαδή μαζί με άλλα μέσα που διαθέτει η Πολιτεία, ένα σημαντικό μέσο δια του οποίου εξυπηρετείται το κοινό δημόσιο όφελος, σταθμιζόμενο κατά τη συγκυρία και προβαλλόμενο στο ορατό μέλλον.
Ως τέτοιο μέσο λοιπόν, η μεταβολή στο Δημόσιο χρέος και πολλώ δε μάλλον η επερχόμενη μεταβολή υπό τους όρους που διαφαίνονται, ουσιαστικά θα επηρεάσει αιτιωδώς και σε σημαντικό βαθμό το συσσωρευμένο άυλο δημόσιο κοινό όφελος και τις ποικίλες εκφάνσεις του, το οποίο κατά τη συνταγματική επιταγή αποτελεί υπέρτερο αγαθό που οφείλει η Πολιτεία να προστατεύει και να επιδιώκει με πολλαπλά μέσα την προστασία του. Η πλήξη του δημόσιου κοινού οφέλους και πάλι κατά το συνταγματικό πνεύμα, πρέπει να οδηγεί άμεσα στην εκδήλωση εκείνων των θεσμικών κινήσεων από την πλευρά του κράτους που να το αποκαθιστούν αποτελεσματικά και πλήρως. Αυτή η υποχρεωτική και επιτακτική αποκατάσταση του δημόσιου οφέλους εκ της φύσεως της αιτίας που το πλήττει - οικονομικής φύσεως δηλαδή - θα απαιτήσει προφανώς επιπλέον οικονομικούς πόρους ώστε να αποκατασταθεί.
Απλούστερα, αν το συσσωρευθέν δημόσιο όφελος από συστάσεως της Ελληνικού Κράτους, συναπαρτιζόμενο από την κοινωνική ειρήνη, την αμυντική ικανότητα, την διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής και άλλων δημόσιων αγαθών, εξαγοράσθηκε με το παρόν προκύπτον ύψος δανεισμού αλλά η εσωτερική παρούσα αξία του εκτιμάται πολλαπλάσια, και - το πιο σημαντικό - η αποκατάστασή του εκτιμάται ότι υπό την τρέχουσα οικονομική συγκυρία θα απαιτήσει υπερπλολλαπλάσια ποσά και πόρους, τότε η μεταβολή του χρέους - το "κούρεμα" - δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως προσβολή ή απόπειρα προσβολής της δημόσιας περιουσίας και μάλιστα στον κεντρικό της πυρήνα.
Θα ήθελα πάρα πολύ να μοιραστούν και οι αναγνώστες μας την άποψή τους επί του θέματος.