Ενόψει των ήδη δρομολογηθέντων δραματικών εξελίξεων στην ελληνική οικονομία, με ευθύνη της Κυβέρνησης, συνευθύνη της Αντιπολίτευσης και μεγάλου τμήματος της κοινωνίας, δεν έχει πλέον πρακτική αξία στην παρούσα φάση η διατύπωση περισσότερων απόψεων επί του θέματος, αφού περίπου όλα έχουν ειπωθεί.
Αυτά που έρχονται, οι συνέπειες και η διάρκειά τους θα επιδράσουν καταλυτικά στην πολιτική, στην καθημερινότητα, στην αντίληψη που έχουμε για τα πράγματα.
Έχει όμως ενδιαφέρον να κοιτάξουμε για λίγο και από την άλλη πλευρά του καθρέφτη της πραγματικότητας, προκειμένου να αποκτήσουμε πληρέστερη εικόνα για όλα εκείνα που μας οδήγησαν μέχρι εδώ και θα μας τραβήξουν ακόμη πιο βαθειά στην απομόνωση και στη συρρίκνωση.
Ας φανταστούμε για λίγο μια διαφορετική εξέλιξη της Ιστορίας. Ας φανταστούμε ότι μετά τη Μεταπολίτευση, κυριάρχησαν σε πολιτική και κοινωνία οι υγιείς δυνάμεις και συγκροτήθηκε ένα κράτος συμμαζεμένο, εν πολλοίς αδιάφθορο, μια οικονομία πλεονασματική, μικρή μεν αλλά με την ικανότητα να συντηρεί αξιοπρεπώς τους μετέχοντες σε αυτήν. Όλα τα άλλα - κοινωνικές αντιλήψεις, διάταξη των πολιτικών δυνάμεων, συσχετισμοί στο εσωτερικό και στο εξωτερικό ας τα φανταστούμε τα ίδια όπως σήμερα. Δε θα είμαστε ένα πλούσιο κράτος, αλλά θα τα "φέρναμε βόλτα" κατά τη συνήθη έκφραση. Όχι βέβαια μια "κοινωνία αγγέλων" αλλά μια βιώσιμη οικονομική παρουσία στην Ευρώπη.
Από την άλλη και για τις ανάγκες αυτής της ιστορικής "φαντασίωσης", ας θεωρήσουμε ότι το 2008 - τη χρονιά "ορόσημο" της παγκόσμιας κρίσης- η Γερμανία, όπως την ξέρουμε και σήμερα, αντί να διαχειριστεί την κατάσταση όπως την είδαμε, αντιμετώπισε ένα οικονομικό "ατύχημα". Μια δυσάρεστη και ανέλπιστη κατάσταση που δεν θα της επέτρεπε να ανακάμψει.
Εκείνο λοιπόν που θα συνέβαινε είναι ότι η Γερμανία θα ζητούσε τη συνδρομή των εταίρων της στην Ευρωζώνη. Προφανώς θα επικαλείτο μια σειρά από επιχειρήματα που θα είχαν σχέση με την ανάγκη ενίσχυσης του ευρώ, τη σπουδαιότητά του κοινού νομίσματος για τις μικρές και αδύναμες οικονομίες - κυρίως του Νότου - θα "απειλούσε" με την αδυναμία παραμονής της στην Ευρωζώνη στην περίπτωση που οι εταίροι θα της αρνούνταν τη βοήθεια και βεβαίως θα "απαιτούσε" τη συγκρότηση ενός μηχανισμού στήριξης αυτής και των τραπεζών της με τη συνδρομή των υπολοίπων χωρών-μελών.
Σε μια τέτοια περίπτωση ποια θα ήταν η στάση της Ελλάδας, με δεδομένο ότι και η χώρα μας θα είχε διέλθει μια σφοδρή οικονομική κρίση - ας υποθέσουμε με σχετική επιτυχία - και δε θα ήταν και στα καλύτερά της;
Είμαι βέβαιος ότι η απάντηση στο παραπάνω υποθετικό ερώτημα είναι οικεία, υπό την έννοια ότι απλώς αρκεί να αντιστρέψουμε τα επιχειρήματα που σήμερα διακινούνται στο δημόσιο διάλογο.
- Ο Παπανδρέου και η Κυβέρνησή του θα κατηγορείτο για άνευ όρων παράδοση εθνικού πλούτου στη Γερμανία, προκειμένου να υπηρετήσει άγνωστα συμφέροντα. Βεβαίως ο "εικονικός" Παπανδρέου θα κατηγορείτο ότι παραπλάνησε το λαό εφόσον εκλέχθηκε με την υπόσχεση "δεν υπάρχουν λεφτά για τους Γερμανούς" ενώ κατόπιν των εκλογών προσέτρεξε σε γενναία οικονομική βοήθεια, ενώ ο "εικονικός" Καραμανλής θα είχε αποπεμφθεί από την κεντρική πολιτική σκηνή επειδή ανέπτυσσε το επιχείρημα της αναγκαιότητας αυτής της πολιτικής εις βάρος του εισοδήματος των πολιτών.
- Ο Σαμαράς θα υποσχόταν επαναδιαπραγμάτευση των όρων παροχής οικονομικής βοήθειας προς τους Γερμανούς. Θα προέβαλε με εξαιρετική ένταση τη θέση ότι δεν μπορεί τη στιγμή που η χώρα εξέρχεται μιας σφοδρής κρίσης να περικόπτονται κονδύλια από τους Έλληνες και να κατευθύνονται στους Γερμανούς και στις τράπεζές τους.
- Μεγάλη μερίδα των πολιτών θα διαδήλωνε την αντίθεσή του στην αφαίμαξη των εισοδημάτων του προκειμένου να υποστηριχθεί μια χώρα με το γνωστό "κακό" παρελθόν.
- Επίσης μια μερίδα πολιτών θα υπεδείκνυε στους Γερμανούς να περικόψουν δαπάνες πριν προσφύγουν στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, ιδίως δε κοινωνικές δαπάνες αφού είναι γνωστό το εύρος της γερμανικής κοινωνικής πρόνοιας. Θα συνιστούσε να μην ξοδεύουν τόσα χρήματα οι Γερμανοί το καλοκαίρι σε διακοπές κατακλύζοντας τα all inclusive αλλά να παραμένουν στη χώρα τους και να εργάζονται περισσότερο.
- Ομοίως, πολλοί θα υπενθύμιζαν ότι ήρθε η ώρα - τώρα που Γερμανοί είναι "αδύναμοι" - να αναζητηθούν οι πολεμικές αποζημιώσεις ή να συμψηφισθούν με την ελληνική βοήθεια, ώστε να μην δώσουμε τίποτα.
- Το πλέον ενδιαφέρον είναι το ερώτημα που πολλοί θα απεύθυναν στην κοινωνία, σχετικά με τη χρησιμότητα του ευρώ και την παραμονή της χώρας στο κοινό νόμισμα, αφού - στο εικονικό πάντα σύμπαν μας - μόνο δυσβάσταχτες υποχρεώσεις επιβάλλει. Θα ούρλιαζαν βεβαίως προς πάσα κατεύθυνση ώστε να μην "τολμήσουν οι Γερμανοί που ελέγχουν την ΕΚΤ να τυπώσουν χρήμα προκαλώντας πληθωρισμό και πίνοντας έτσι τον ιδρώτα και το αίμα των εργαζομένων"!
- Απλώς θα αναφέρω τα ενδεχόμενα επιχειρήματα της Αριστεράς, όπου θα διατράνωνε παντού τη δικαίωσή της σε ό,τι αφορά στην αφαίμαξη των φτωχών λαών από το μεγάλο κεφάλαιο, τη δικαίωση των προβλέψεών της ότι το ευρώ αποτελεί εργαλείο που οδηγεί στην πτώχευση των μικρότερων χωρών μεταφέροντας κεφάλαια στις ισχυρές χώρες και εν τέλει την πλήρη άρνησή της να συναινέσει στη διάσωση των γερμανικών τραπεζών με τον ιδρώτα του Έλληνα εργαζόμενου.
- Παρόμοια, φαντάζομαι, θα ήταν και τα επιχειρήματα άλλων πολιτικών δυνάμεων που θα συνιστούσαν την πλήρη άρνηση σε μια τέτοια κίνηση, αφού οι Γερμανοί "είναι παλιοί γνώριμοι" και "καταστρέφουν για άλλη μια φορά τη χώρα μας", θα έκαναν τις αναγκαίες συγκρίσεις με άλλες εποχές και θα έφερναν θύμισες από τα "κατοχικά δάνεια".
Δεν διακρίνω καμιά σοβαρή φωνή ή κάποια κοινωνική τάξη που θα στεκόταν συνεπής στην αντίληψη ότι ένα κοινό νόμισμα επιβάλλει - όχι δια "νόμου" αλλά εκ των πραγμάτων εφόσον εκτιμά κανείς ουσιαστικά στρατηγικά οφέλη από την παραμονή του σε αυτό - βαριές υποχρεώσεις.
Αντιθέτως, είναι πολύ προφανής η ομοιότητα των δύο κατοπτρικών καταστάσεων - της πραγματικής που ζούμε και της εικονικής που περιγράφουμε - τόσο ως προς την ουσία των επιχειρημάτων όσο και ως προς το περιεχόμενο των αντιλήψεων. Επίσης, είναι πολύ σημαντικό να παρατηρήσει κανείς ότι το αποτέλεσμα των δύο καταστάσεων σε σχέση με τα εισοδήματα είναι περίπου το ίδιο. Δηλαδή, είτε οι μισθοί και οι συντάξεις καθώς και τα λοιπά δυσβάσταχτα μέτρα επιβάλλοντο για τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας, είτε για τη διάσωση της γερμανικής, το πρακτικό αποτέλεσμα για τον πολίτη είναι το ίδιο.
Φανταστείτε δηλαδή ότι αντί οι εταίροι και δανειστές μας αντί να ζητούσαν την εξοικονόμηση τεσσάρων, πέντε ή έξι δις ευρώ από τον ελληνικό λαό τόσο επιτακτικά για τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας, να τα ζητούσαν εξίσου επιτακτικά για τη διάσωση της γερμανικής. Καμία διαφορά. Αν ερχόντουσαν δηλαδή και μας δήλωναν απερίφραστα πως η γερμανική οικονομία χρειάζεται επειγόντως 100 δις από τους εταίρους της αλλιώς ξεχάστε το ευρώ. Το μερίδιο της Ελλάδας σε μια τέτοια συνεισφορά θα ήταν -ας πούμε - πέντε δις σε ένα χρόνο, οπότε θεωρείστε ότι οι Έλληνες πολίτες και οι επιχειρήσεις θα ήταν υποχρεωμένοι να συνεισφέρουν ένα τέτοιο δυσβάσταχτο ποσό.
Και επίσης φανταστείτε ότι επειδή η κατάσταση θα κρινόταν εξαιρετικά κρίσιμη - αφού η κατάρρευση μιας μεγάλης ευρωπαϊκής οικονομίας θα ήταν καταστροφική για το σύνολο της ευρωζώνης - τα Ευρωπαϊκά όργανα θα επέβαλλαν την "βίαιη" εξοικονόμηση των απαιτούμενων ποσών για τη γερμανική διάσωση, δια επιβολής σκληρής επιτήρησης στα κράτη-μέλη ώστε να διασφαλιστεί πλήρως η καταβολή των απαιτούμενων ποσών.
Ποιο το συμπέρασμα από την ενατένιση μιας παρόμοιας εικονικής πραγματικότητας;
- Σε περιβάλλον κοινού νομίσματος, τα ελλείμματα ή τα πλεονάσματα των μετεχόντων αντικατοπτρίζουν ένα κοινό είδωλο. Κοινότοπο, αλλά αξίζει να το επισημαίνει κανείς συχνά ώστε να έχει πλήρη αντίληψη των πραγμάτων. Πρακτικά δεν υπάρχει διαφορά. Η Ελλάδα - μια μικρή οικονομία - είτε είχε έλλειμμα είτε πλεόνασμα, στο πλαίσιο του κοινού νομίσματος ήταν υποχρεωμένη να ενταχθεί σε πρόγραμμα προσαρμογής. Για να εξασφαλίσει ρευστότητα είτε για να ισοσκελίσει τα ελλείμματά της - όπως συμβαίνει σήμερα- είτε για να διοχετεύσει ρευστότητα προς μια ελλειμματική χώρα. Το "μικρή" αφορά και επιδρά στην αδυναμία διατήρησης επαρκών ταμειακών διαθεσίμων οπότε η εξασφάλιση ρευστότητας - για οποιοδήποτε λόγο- απλώς οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα: πρόγραμμα προσαρμογής. Το γνωστό ή γνωστά Μνημόνια.
- Η ουσία της συνισταμένης των επιχειρημάτων που αναπτύσσονται είναι μια. Ένας πυρήνας υφίσταται και μόνον: Πόσο σημαντική είναι η συμμετοχή στο κοινό νόμισμα; Αυτό αξιολογείται. Από αυτό το σημείο και μετά, η κοινωνία αποδέχεται ή όχι αυτήν την πραγματικότητα και υποβάλλεται ή όχι στις αναγκαίες προσαρμογές. Αυτή η διαρκής αξιολόγηση, το διαρκές "ζύγισμα" είναι που παράγει και τα σχετικά επιχειρήματα και τις εκάστοτε πολιτικές επιλογές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου