Μετά από τέσσερα περίπου χρόνια από την "επίσημη" έναρξη της οικονομικής κρίσης, τρεις "δρώντες" στο πολιτικο-οικονομικό και κοινωνικό μας χώρο έχουν επιδράσει στη διαμόρφωση της αντίληψης για το "που βρισκόμαστε": Οι "Μνημονιακοί", οι "Αντι-Μνημονιακοί" και οι διάφορες "ομάδες πίεσης".
Και οι μεν "μνημονιακοί" εκφράζουν την "ορθόδοξη" Ευρωπαϊκή άποψη, την πλειοψηφία δηλαδή των Ευρωπαϊκών Θεσμών και Οργάνων όπως αποτυπώνεται στις διάφορες εκλογικές και μη διαδικασίες οι δε "αντι-μνημονιακοί" ξεκινούν από την αμφισβήτηση της παρούσας ευρωπαϊκής πολιτικής, στο πλαίσιο όμως της Ευρωπαϊκής Ένωσης,και κάποιοι καταλήγουν ακόμη και στην αμφισβήτηση αυτής καθεαυτής της ανάγκης ύπαρξης της Ενωμένης Ευρώπης.
Κι ενώ οι δύο τάσεις έχουν πολλαπλά κριθεί εκλογικά και βέβαια θα κριθούν και στο μέλλον, αφού μόνο στην Ελλάδα το Μνημόνιο έχει πια στην πλάτη του πέντε εκλογικές αναμετρήσεις (Δημοτικές του 2010, διπλές Βουλευτικές το 2012, Δημοτικές και Ευρωεκλογές το 2014) όπου και στις πέντε τα αποτελέσματα εξέφρασαν είτε την αποδοχή είτε την ανεκτικότητα του εκλογικού σώματος, οι "ομάδες πίεσης" θα εξακολουθούν να υπάρχουν και θα προσπαθούν να διαμορφώσουν προϋποθέσεις εξυπηρέτησης των δικών τους συμφερόντων.
Καταλήγουμε λοιπόν, πως στην παρούσα φάση το Μνημόνιο έχει εγκαθιδρυθεί, έχει τύχει της αποδοχής ή της ανοχής των πολιτών και δεν αναμένεται αυτό να αλλάξει. Εκείνο που μπορεί να συμβεί και βεβαίως είναι απολύτως θεμιτό είναι η αλλαγή των Κυβερνώντων γιατί έτσι γίνεται και ευτυχώς στη Δημοκρατία.
Κι αν ο κ. Σαμαράς δεν διαθέτει άλλη πολιτική ισχύ, ευχαρίστως να τον διαδεχτεί εκείνο το πολιτικό πρόσωπο που τη διαθέτει. Σε κάθε περίπτωση όμως, η Ευρωπαϊκή πορεία της χώρας είναι δεδομένη, όπως η διαδρομή ενός αυτοκινήτου, με ΚΟΚ το Μνημόνιο και εναλλαγές στη θέση του οδηγού, όπου ο τελευταίος μπορεί να επιλέξει αν θα πάει πιο αργά ή πιο γρήγορα, αλλά πάντοτε τηρώντας τον ΚΟΚ και μένοντας στη διαδρομή.
Τι χρειαζόμαστε όμως - ως οικονομία - στην παρούσα φάση;
Όσο κι αν ακούγεται -κάτω από τόνους προπαγάνδας των "ομάδων πίεσης" που λέγαμε- παράλογο: περισσότερη λιτότητα!
Γιατί;
Ας γυρίσουμε στα βασικά: μια χώρα που ξεμένει από ρευστό (όπως ή Ελλάδα το 2010) έχει τρεις δυνατότητες, τα γνωστά τρία "D": Deafult (Χρεωκοπία-όχι πτώχευση όπως λανθασμένα αναφέρεται συχνά), Deflation (υποτίμηση), Decouple (αποσύνδεση της ισοτιμίας με το νόμισμα ή την αξία με την οποία έχει τυχόν διασυνδέσει το νόμισμά της).
Σε κάθε ανάλογη περίπτωση εφαρμόστηκε ένας συνδυασμός και των τριών.
Στη δική μας περίπτωση, και αν θέλουμε να είμαστε σοβαροί με τον εαυτό μας, το Decouple θα σήμαινε ολική καταστροφή. Εκτός δηλαδή από το οικονομικό, το πολιτικό και κοινωνικό κόστος θα ήταν δυσανάλογο της κρίσης.
Ναι, η κρίση είναι βαθιά και ισχυρή αλλά όχι τόσο που να μας εξαναγκάσει να ξαναγράψουμε την πρόσφατη ιστορία μας ή να διακινδυνεύσουμε ευρωπαϊκά κεκτημένα της χώρας.
Η επιλεγείσα λοιπόν πορεία και όχι "λύση" γιατί δεν υπάρχουν και ποτέ δεν υπήρξαν λύσεις της "στιγμής" ή λύσεις "προσώπων" (πχ αλλάζω πολιτικούς και "μαγικά" τα προβλήματα λύνονται) ήταν προδιαγεγραμμένη: Μερική αναδιάρθρωση του χρέους (PSI) και εσωτερική υποτίμηση.
Δυστυχώς, το "πολιτικό καύσιμο" δεν επαρκούσε και δεν επαρκεί ώστε να πεισθεί η κοινωνία γρήγορα και αποδοτικά να απορροφήσει τις αναγκαίες περικοπές και μεταρρυθμίσεις, εξ' ου και μέχρι στιγμής δεν έχουν αποδώσει οι βασικές προβλέψεις του Μνημονίου.
Ψευτο-μεταρρυθμίσεις, μισο-άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων, ουσιαστική διατήρηση της έκτασης αρμοδιοτήτων του Δημόσιου Τομέα, μαζικές συνταξιοδοτήσεις αντί απολύσεων και τελικά η μοναδική πρόνοια του Μνημονίου που πλησίασε τους στόχους είναι η περικοπή των κρατικών δαπανών. Θετικό αλλά πολύ λίγο. Και ο τελικός μέσος όρος παραμένει χωρίς αντίκρυσμα, καθώς δεν αποτιμάται με ουσιαστική αποδοχή από τις αγορές. Ενθαρρύνεται αλλά δεν επαρκεί.
Εντούτοις, βρισκόμαστε σε ένα χρονικό σημείο όπου πολιτικά το Μνημόνιο είναι πανίσχυρο: η "αντίπαλη πλευρά" δεν είναι σε θέση ούτε να συντάξει ένα αξιόπιστο πρόγραμμα (πως θα μπορούσε άλλωστε χωρίς ορατή χρηματοδότηση) και δεν φαίνεται ότι μπορεί να συγκεντρώσει την απαραίτητη πλειοψηφία. Κι επίσης, το Μνημόνιο -εκτός από την πολιτική του ισχύ- έχει ενσωματωθεί στην οικονομία. Έχει γίνει αναπόσπαστο τμήμα της οικονομικής μας ζωής σε επίπεδο καθημερινότητας.
Εδώ λοιπόν είναι που χρειάζεται η "χαριστική βολή" στις κακές πρακτικές του παρελθόντος. Είναι το ιδανικό χρονικό σημείο να αποκοπούμε μια για πάντα από όλα εκείνα που μας κρατούν με το ένα πόδι στην πελατειοκεντρική αντίληψη της οικονομίας και της πολιτικής και καθυστερούν την απελευθέρωση της οικονομίας από τα κομματικά και ιδιοτελή δεσμά του προστατευτισμού.
Χρειαζόμαστε λοιπόν περισσότερη λιτότητα, ώστε να απομείνουν χωρίς επιχειρήματα όσοι προσπαθούν να επαναφέρουν από το παράθυρο την επιζήμια κυριαρχία του "δημόσιου εργοδότη" ψελλίζοντας υποσχέσεις περί επαναφοράς συντάξεων και μισθών στα προ κρίσης επίπεδα ή περί επιπλέον προσλήψεων.
Χρειαζόμαστε περαιτέρω μείωση των μισθολογικών απολαβών στο Δημόσιο Τομέα πάντοτε στα επίπεδα του ιδιωτικού και με όρους ιδιωτικού τομέα με ταυτόχρονη ισόποση μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, ώστε πράγματι η κοινωνία και η οικονομία και οι αγορές να κατανοήσουν πως η Ελλάδα ούτε θέλει ούτε πρέπει να γυρίσει πίσω.
Ταυτόχρονα, είναι η κατάλληλη ώρα να εξαφανιστούν αναχρονιστικές διατάξεις περί κατώτατων μισθών και αμοιβών ή περιορισμού απολύσεων, ώστε να καταδειχθεί απόλυτα η βούληση της Ελλάδας για την ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας κι όχι της επιβίωσης επιχειρήσεων που διατηρούνταν στη ζωή με κρατική χρηματοδότηση ή με δάνεια υπό κρατική εγγύηση ή "εγγύηση".
Με περισσότερη λιτότητα, με γενναίες αλλά απαραίτητες αποφάσεις, απλώς δε θα έχουν επιχειρήματα όσοι θέλουν ή σχεδιάζουν να μιμηθούν δημαγωγούς του παρελθόντος, καθώς οι υποσχέσεις τους θα ξεμείνουν χωρίς αντίκρυσμα και οι ρητορείες τους θα είναι κενές περιεχομένου.
Ας ελπίσουμε ότι βρισκόμαστε προ μιας τέτοιας εξέλιξης.