Το πολιτικό σκηνικό φαινόταν πάνω-κάτω δεδομένο. Ο κ. Καραμανλής κυριαρχούσε, ο κ. Παπανδρέου εσωστρέφετο και ο κ. Αλαβάνος δεν έχανε ευκαιρία για διαμαρτυρία. Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέπτυξε και εξέλιξε ένα πολύ ιδιαίτερο μοντέλο πολιτικού κόμματος. Χωρίς ένα σαφές και συγκεκριμένο ιδεολογικό και προγραμματικό πλαίσιο, χωρίς να οριοθετεί στόχους άσκησης συγκεκριμένης πολιτικής, ολικός αρνητής των πάντων κατόρθωσε να συγκεντρώσει σχετικά μεγάλα τμήματα του εκλογικού σώματος, πολύ ευρύτερα από εκείνα της λεγόμενης ανανεωτικής αριστεράς.
Η προσέλκυση εκλογικής δύναμης βασίσθηκε στη δυναμική παρουσία ενός πρωτότυπου πολιτικού lifestyle, όπου υπό την ίδια κομματική στέγη συνωστίζονταν πολίτες διαμαρτυρόμενοι για ένα σύνολο ετερόκλητων ζητημάτων, από τη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων μέχρι την έλλειψη περιβαλλοντικής πολιτικής.
Κάπου εκεί έκανε την εμφάνισή του ένας νέος πολιτικός ο κ. Τσίπρας ως αρχηγός του κόμματος, εφόσον αξιολογήθηκε από την προηγούμενη ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πως ένα καινούριο, δυναμικό πρόσωπο, άγνωστο στο ευρύ κοινό θα μπορούσε να κεφαλαιοποιήσει τα επικοινωνιακά οφέλη και να παγιώσει μια συμπαγή πολιτική δύναμη στην σύγχρονη ελληνική κεντροαριστερά.
Το αποτέλεσμα ήταν θεαματικό και τα δημοσκοπικά αποτελέσματα γνωστά. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέβηκε με την ίδια περίπου ταχύτητα που εκτοξεύθηκε, σε ποσοστά προτίμησης. Αξίζει να θυμηθούμε ότι μέρος της κοινής γνώμης θεώρησε προς στιγμήν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, υπό τον κ. Τσίπρα, θα μπορούσε να αποτελέσει ρυθμιστή και ουσιαστικό παράγοντα ενός μελλοντικού σχήματος εξουσίας, το πιθανότερο μαζί με το ΠΑΣΟΚ του κ. Παπανδρέου.
Είναι φανερό ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία και ουσιαστικά προώθησε την άνοδο Τσίπρα στην ηγεσία του κόμματος, υποτίμησε δύο πράγματα:
-Πρώτον, την αδυναμία του κ. Τσίπρα να εμφανισθεί ως εν δυνάμει ηγέτης και διεκδικητής μεριδίου της εξουσίας ενός μελλοντικού κυβερνητικού σχήματος. Σε αυτό το επίπεδο, δύσκολα η κοινή γνώμη θα μπορούσε να τον φανταστεί ως ισοδύναμο πολιτικό συνομιλητή του κ. Παπανδρέου. Χωρίς υπερκομματικά γνωστή πολιτική διαδρομή και χωρίς το αντίστοιχο φορτίο, οι πολιτικές δυνατότητες του κ. Τσίπρα περιορίζονται σε ένα μικρό μέρος της κοινής γνώμης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται αντίστοιχα για την πολιτική του ισχύ. Στην προσπάθειά του ο κ. Αλαβάνος να προσελκύσει ακροατήριο από ευρύτερους πολιτικούς χώρους, προώθησε τον κ. Τσίπρα υποτιμώντας τη σημασία της αριστερής πτέρυγας του ΠΑΣΟΚ ως κύριας δεξαμενής ψήφων. Με απλά λόγια, στόχευσε σε όλο το πολιτικό φάσμα, ρισκάροντας να απολέσει τον κεντρικό του -φυσικό- στόχο, που είναι το "αριστερό" ΠΑΣΟΚ και το οποίο με έναν ισχυρό Παπανδρέου θα συσπειρωνόταν γύρω από αυτόν, αγνοώντας την "πρόκληση" Τσίπρα.
-Δεύτερον, ο κ. Αλαβάνος μάλλον δεν διέγνωσε ορθά την ταχύτητα ροής του πολιτικού χρόνου εις βάρος της Νέας Δημοκρατίας. Η επανεκλογή του κ. Καραμανλή το 2007 και υπό τις δυσμενείς συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα, οδήγησε τον κ. Αλαβάνο στο συμπέρασμα ότι η καλύτερη στρατηγική για το ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν να επενδύσει ακόμη περισσότερο στην ψήφο διαμαρτυρίας, διευρύνοντας αυτήν την επικοινωνιακή επιλογή στο μέγιστο του φάσματος και για αρκετό χρόνο. Θεώρησε ότι το ΠΑΣΟΚ θα αδυνατούσε για αρκετό καιρό να ανασυγκροτηθεί και να αμφισβητήσει την απόλυτη κυριαρχία Καραμανλή και κατά συνέπεια ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε όλον τον καιρό να επενδύσει σε μια λύσει τύπου Τσίπρα, η οποία σε βάθος χρόνου θα αποδεικνυόταν ως η εναλλακτική λύση σε ένα γηρασμένο και -ίσως και διασπασμένο- κεντροαριστερό χώρο.
Οπωσδήποτε η λύση Τσίπρα στις συνθήκες πόλωσης, που εκ των πραγμάτων αναμένεται να επανακάμψουν, προκειμένου να δημιουργηθούν εκ νέου προϋποθέσεις ευθείας αντιπαράθεσης των δύο διεκδικητών της εξουσίας -Καραμανλή/Παπανδρέου- δεν αποτελεί την ορθότερη επιλογή. Είναι σαφές ότι θα βλέπουμε όλο και περισσότερο τον κ. Αλαβάνο έναντι του κ. Τσίπρα να διαχειρίζεται την εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ, με ορατή συνέπεια την σταδιακή πολιτική αποδυνάμωση ή και απομόνωση του νεαρού αρχηγού του. Δεν γνωρίζουμε αν θα εγερθεί ζήτημα αρχηγού στο κόμμα της ανανεωτικής αριστεράς. Βεβαίως, η κοινωνία, δια των δημοσκοπήσεων, το έχει ήδη θέσει και θα ήταν σφάλμα πρώτου μεγέθους ένα κόμμα με την ιστορική διαδρομή του ΣΥΡΙΖΑ δε συλλάβει το μήνυμα της κοινωνίας. Αναμένονται οι εξελίξεις με ενδιαφέρον!
Η προσέλκυση εκλογικής δύναμης βασίσθηκε στη δυναμική παρουσία ενός πρωτότυπου πολιτικού lifestyle, όπου υπό την ίδια κομματική στέγη συνωστίζονταν πολίτες διαμαρτυρόμενοι για ένα σύνολο ετερόκλητων ζητημάτων, από τη δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων μέχρι την έλλειψη περιβαλλοντικής πολιτικής.
Κάπου εκεί έκανε την εμφάνισή του ένας νέος πολιτικός ο κ. Τσίπρας ως αρχηγός του κόμματος, εφόσον αξιολογήθηκε από την προηγούμενη ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ πως ένα καινούριο, δυναμικό πρόσωπο, άγνωστο στο ευρύ κοινό θα μπορούσε να κεφαλαιοποιήσει τα επικοινωνιακά οφέλη και να παγιώσει μια συμπαγή πολιτική δύναμη στην σύγχρονη ελληνική κεντροαριστερά.
Το αποτέλεσμα ήταν θεαματικό και τα δημοσκοπικά αποτελέσματα γνωστά. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέβηκε με την ίδια περίπου ταχύτητα που εκτοξεύθηκε, σε ποσοστά προτίμησης. Αξίζει να θυμηθούμε ότι μέρος της κοινής γνώμης θεώρησε προς στιγμήν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, υπό τον κ. Τσίπρα, θα μπορούσε να αποτελέσει ρυθμιστή και ουσιαστικό παράγοντα ενός μελλοντικού σχήματος εξουσίας, το πιθανότερο μαζί με το ΠΑΣΟΚ του κ. Παπανδρέου.
Είναι φανερό ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία και ουσιαστικά προώθησε την άνοδο Τσίπρα στην ηγεσία του κόμματος, υποτίμησε δύο πράγματα:
-Πρώτον, την αδυναμία του κ. Τσίπρα να εμφανισθεί ως εν δυνάμει ηγέτης και διεκδικητής μεριδίου της εξουσίας ενός μελλοντικού κυβερνητικού σχήματος. Σε αυτό το επίπεδο, δύσκολα η κοινή γνώμη θα μπορούσε να τον φανταστεί ως ισοδύναμο πολιτικό συνομιλητή του κ. Παπανδρέου. Χωρίς υπερκομματικά γνωστή πολιτική διαδρομή και χωρίς το αντίστοιχο φορτίο, οι πολιτικές δυνατότητες του κ. Τσίπρα περιορίζονται σε ένα μικρό μέρος της κοινής γνώμης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται αντίστοιχα για την πολιτική του ισχύ. Στην προσπάθειά του ο κ. Αλαβάνος να προσελκύσει ακροατήριο από ευρύτερους πολιτικούς χώρους, προώθησε τον κ. Τσίπρα υποτιμώντας τη σημασία της αριστερής πτέρυγας του ΠΑΣΟΚ ως κύριας δεξαμενής ψήφων. Με απλά λόγια, στόχευσε σε όλο το πολιτικό φάσμα, ρισκάροντας να απολέσει τον κεντρικό του -φυσικό- στόχο, που είναι το "αριστερό" ΠΑΣΟΚ και το οποίο με έναν ισχυρό Παπανδρέου θα συσπειρωνόταν γύρω από αυτόν, αγνοώντας την "πρόκληση" Τσίπρα.
-Δεύτερον, ο κ. Αλαβάνος μάλλον δεν διέγνωσε ορθά την ταχύτητα ροής του πολιτικού χρόνου εις βάρος της Νέας Δημοκρατίας. Η επανεκλογή του κ. Καραμανλή το 2007 και υπό τις δυσμενείς συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα, οδήγησε τον κ. Αλαβάνο στο συμπέρασμα ότι η καλύτερη στρατηγική για το ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν να επενδύσει ακόμη περισσότερο στην ψήφο διαμαρτυρίας, διευρύνοντας αυτήν την επικοινωνιακή επιλογή στο μέγιστο του φάσματος και για αρκετό χρόνο. Θεώρησε ότι το ΠΑΣΟΚ θα αδυνατούσε για αρκετό καιρό να ανασυγκροτηθεί και να αμφισβητήσει την απόλυτη κυριαρχία Καραμανλή και κατά συνέπεια ο ΣΥΡΙΖΑ θα είχε όλον τον καιρό να επενδύσει σε μια λύσει τύπου Τσίπρα, η οποία σε βάθος χρόνου θα αποδεικνυόταν ως η εναλλακτική λύση σε ένα γηρασμένο και -ίσως και διασπασμένο- κεντροαριστερό χώρο.
Οπωσδήποτε η λύση Τσίπρα στις συνθήκες πόλωσης, που εκ των πραγμάτων αναμένεται να επανακάμψουν, προκειμένου να δημιουργηθούν εκ νέου προϋποθέσεις ευθείας αντιπαράθεσης των δύο διεκδικητών της εξουσίας -Καραμανλή/Παπανδρέου- δεν αποτελεί την ορθότερη επιλογή. Είναι σαφές ότι θα βλέπουμε όλο και περισσότερο τον κ. Αλαβάνο έναντι του κ. Τσίπρα να διαχειρίζεται την εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ, με ορατή συνέπεια την σταδιακή πολιτική αποδυνάμωση ή και απομόνωση του νεαρού αρχηγού του. Δεν γνωρίζουμε αν θα εγερθεί ζήτημα αρχηγού στο κόμμα της ανανεωτικής αριστεράς. Βεβαίως, η κοινωνία, δια των δημοσκοπήσεων, το έχει ήδη θέσει και θα ήταν σφάλμα πρώτου μεγέθους ένα κόμμα με την ιστορική διαδρομή του ΣΥΡΙΖΑ δε συλλάβει το μήνυμα της κοινωνίας. Αναμένονται οι εξελίξεις με ενδιαφέρον!
1 σχόλιο:
Ωραία τα σχόλιά σου φίλε μου, μήπως όμως υποτιμάς τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ; Η διατήρηση των ποσοστών του σε διψήφια νούμερα κάθε άλλο παρά απογοητευτική είναι και ούτε τίθεται πιστεύω θέμα ηγεσίας. Άσε που η υπάρχουσα δυαρχία Αλαβάνου/Τσίπρα μάλλον αποτελεί μέρος της στρατηγικής ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ με την προβολή λίγο περισσότερο ή λίγο λιγότερο του ενός ή του άλλου, ανάλογα με τις περιστάσεις. Πέρα όμως από τέτοιους προβληματισμούς, για να εκφράσουμε κάποιες απόψεις με περισσότερη αυτοπεποίθηση ίσως θα έπρεπε να περιμένουμε την καταγραφή των δυνάμεων του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ σε μία εκλογική αναμέτρηση, είτε στις ευρωεκλογές, είτε στις βουλευτικές όποτε και αν προκύψουν πρόωρα.
Θα περιμένω με ενδιαφέρον την απάντησή σου.
Δημοσίευση σχολίου