Ραγδαίες αναμένονται οι εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό, αγαπητοί αναγνώστες και εξίσου ραγδαίος είναι και ο ρυθμός που ανανεώνουμε τα άρθρα μας, προκειμένου να διαθέτουμε έτοιμες αναλύσεις ώστε να ερμηνεύσουμε τα γεγονότα που έρχονται.
Μπαίνουμε κατευθείαν στο σημερινό μας θέμα: Γιατί έχασε ο Σημίτης τις εκλογές του 2004;
Η ιστορία διδάσκει και ιδιαίτερα η πολιτική ιστορία απλά είναι αναντικατάστατο εργαλείο ανάλυσης των μελλοντικών εξελίξεων. Αρκετοί οι λόγοι που οδήγησαν στην εκλογική αποτυχία έναν Πρωθυπουργό που κατείχε τα σκήπτρα του "καταλληλότερου" πριν ο κ. Καραμανλής καταλάβει αυτή τη θέση. Κατά την άποψή μας πάντως, κυρίαρχο ρόλο διαδραμάτισε η απώλεια της άμεσης σχέσης που συνέδεε τον Πρωθυπουργό Σημίτη με την κοινωνία. Άσχετα με τα επιτεύγματα ή μη στην εξωτερική πολιτική, άσχετα με τις όποιες επιτυχίες ή μη στα εσωτερικά ζητήματα, όταν οι πολίτες αντιληφθούν ότι η εξουσία αποκόπτεται από τα προβλήματα που αυτοί αντιμετωπίζουν ή με απλά λόγια όταν συναισθάνονται ότι η Κυβέρνηση δεν "δουλεύει για τους πολίτες" τότε η σχέση κοινωνίας-εξουσίας διαταράσσεται και οι προτάσεις διακυβέρνησης-θετικές ή αρνητικές δεν έχει σημασία- τα λαμβανόμενα μέτρα- επίσης άνευ σημασίας ως προς την αποτελεσματικότητα, απλά δεν αγγίζουν το εκλογικό σώμα. Αυτός είναι ο πυρήνας της εκλογικής ήττας. Ή για να το θέσουμε όπως κάποτε το έθεσε στον Α. Παπανδρέου η Μελίνα Μερκούρη "Πρόεδρε δεν είμαστε πια σέξυ!".
Τα ίδια μέτρα, τα ίδια νομοσχέδια, οι ίδιες αποφάσεις αποτιμώνται εντελώς διαφορετικά όταν οι πολίτες διαισθάνονται ότι η Κυβέρνηση εργάζεται επ' ωφελεία της κοινωνίας. Βεβαίως, αν δεν εκτιμηθεί ορθά η συγκυρία, υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρηθεί ότι μέτρα που εξαγγέλλονται στο βωμό της "αξιοπιστίας", της "ειλικρίνειας", της νοοτροπίας "εμείς λέμε την αλήθεια στο λαο και δεν κρύβουμε τα προβλήματα", να ερμηνευθούν εντελώς διαφορετικά από το εκλογικό σώμα. Στην τρέχουσα συγκυρία, μάλλον συμβαίνει κάτι ανάλογο. Στο πρώτο κύμα μεταρρυθμίσεων αυτής της Κυβέρνησης, η κοινωνία έκρινε θετικά τα επώδυνα μέτρα της ασφαλιστικής και εκπαιδευτικής "μεταρρύθμισης" ή μεταρρύθμισης - ό,τι προτιμάτε - διότι πολύ απλά θεωρούσε πως ασχέτως σφαλμάτων, υπαναχωρήσεων και εν γένει δυσχερειών, η Κυβέρνηση εμφορείτο από την αγαθή πρόθεση να αναμορφώσει υπέρ των πολιτών, χρονίζοντα ζητήματα της ελλειμματικής και προβληματικής Ελληνικής δημόσιας διοίκησης.
Σήμερα, τα αναγγελθέντα μέτρα -φορολογικά, ασφαλιστικά, ευρύτερα οικονομικά και άλλα - δεν διαθέτουν την ίδια ποιότητα, δεν έχουν το ίδιο βάρος, δε μεταφέρουν όραμα, δεν προάγουν το μύθο των "μεταρρυθμίσεων" και σαφώς δεν εισπράττονται από την κοινωνία ως μέτρα αναμόρφωσης αλλά ευκαιριακής αντιμετώπισης τρεχόντων προβλημάτων, τα οποία πιθανώς διογκώθηκαν από εσφαλμένους χειρισμούς της Κυβέρνησης.
Αυτή η ουσιαστική διαφορά, αυτό το "φάντασμα του παρελθόντος" που αφορά στην αρνητική στάση της κοινωνίας απέναντι σε σημαντικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, που όμως δεν εισπράττονται ως τέτοιες από το εκλογικό σώμα και συναφώς δεν αποτιμώνται αναλόγως, οδηγεί σταδιακά στην διακοπή επικοινωνίας μεταξύ εκλογικού σώματος και Πρωθυπουργού. Η φράση οπωσδήποτε εμπεριέχει γενίκευση, αλλά εξυπηρετεί αυτό που επιθυμούμε να καταγράψουμε: Η αδυναμία πολιτικής επικοινωνίας της τελευταίας περιόδου του Σημίτη στοιχειώνει την τρέχουσα πολιτική επικοινωνία του Καραμανλή. Νομοτελειακά και εφόσον δεν μεταβληθεί άμεσα, οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα.
Ο κ. Καραμανλής ανοίγει πολλαπλά μέτωπα με ετερόκλητες κοινωνικές ομάδες στο πλαίσιο μιας πολιτικής που στη θεωρία τουλάχιστον τον θέλει να είναι ο υπεύθυνος ηγέτης, με ρεαλιστικές και εφικτές λύσεις, με όραμα μεταρρυθμιστικό και βεβαίως εν σύγκριση με την απουσία προτάσεων και τη συνεχή και στείρα αρνητική κριτική της αντιπολίτευσης, αυτομάτως θα τον καθιστούσε ως λύση-μονόδρομο. Όμως, και εδώ αξίζει να επικεντρώσουμε την προσοχή μας, η συγκυρία μεταβλήθηκε. Η κοινωνία δεν βρίσκει αυτού του είδους την πολιτική πλέον να λειτουργεί υπέρ της, αλλά θεωρεί ότι την προσκαλεί να παραιτηθεί από προνόμια και δικαιώματα χωρίς σχέδιο, χωρίς προοπτική και μάλιστα σε χέρια χωρίς ικανότητες και πρόθεση να εργαστούν υπέρ αυτής, εφόσον η αξιοπιστία κυβερνητικών στελεχών έχει τρωθεί και εκ των έσω. Πολιτική υψηλού ρίσκου η οποία μολονότι αποδείχθηκε εξαιρετικά επιτυχημένη στο παρελθόν, σήμερα οδηγεί σε εγκλωβισμό και περιορισμό των διαθέσιμών επιλογών. Δεν επιτρέπει - επί παραδείγματι - επικοινωνιακά ωφέλιμο ανασχηματισμό, εντούτοις πολιτικά αναγκαίο, εφόσον θα διασυνδεθεί άμεσα με ομολογία ήττας και λανθασμένων χειρισμών. Οι εξελίξεις αναμένονται με ενδιαφέρον!
Μπαίνουμε κατευθείαν στο σημερινό μας θέμα: Γιατί έχασε ο Σημίτης τις εκλογές του 2004;
Η ιστορία διδάσκει και ιδιαίτερα η πολιτική ιστορία απλά είναι αναντικατάστατο εργαλείο ανάλυσης των μελλοντικών εξελίξεων. Αρκετοί οι λόγοι που οδήγησαν στην εκλογική αποτυχία έναν Πρωθυπουργό που κατείχε τα σκήπτρα του "καταλληλότερου" πριν ο κ. Καραμανλής καταλάβει αυτή τη θέση. Κατά την άποψή μας πάντως, κυρίαρχο ρόλο διαδραμάτισε η απώλεια της άμεσης σχέσης που συνέδεε τον Πρωθυπουργό Σημίτη με την κοινωνία. Άσχετα με τα επιτεύγματα ή μη στην εξωτερική πολιτική, άσχετα με τις όποιες επιτυχίες ή μη στα εσωτερικά ζητήματα, όταν οι πολίτες αντιληφθούν ότι η εξουσία αποκόπτεται από τα προβλήματα που αυτοί αντιμετωπίζουν ή με απλά λόγια όταν συναισθάνονται ότι η Κυβέρνηση δεν "δουλεύει για τους πολίτες" τότε η σχέση κοινωνίας-εξουσίας διαταράσσεται και οι προτάσεις διακυβέρνησης-θετικές ή αρνητικές δεν έχει σημασία- τα λαμβανόμενα μέτρα- επίσης άνευ σημασίας ως προς την αποτελεσματικότητα, απλά δεν αγγίζουν το εκλογικό σώμα. Αυτός είναι ο πυρήνας της εκλογικής ήττας. Ή για να το θέσουμε όπως κάποτε το έθεσε στον Α. Παπανδρέου η Μελίνα Μερκούρη "Πρόεδρε δεν είμαστε πια σέξυ!".
Τα ίδια μέτρα, τα ίδια νομοσχέδια, οι ίδιες αποφάσεις αποτιμώνται εντελώς διαφορετικά όταν οι πολίτες διαισθάνονται ότι η Κυβέρνηση εργάζεται επ' ωφελεία της κοινωνίας. Βεβαίως, αν δεν εκτιμηθεί ορθά η συγκυρία, υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρηθεί ότι μέτρα που εξαγγέλλονται στο βωμό της "αξιοπιστίας", της "ειλικρίνειας", της νοοτροπίας "εμείς λέμε την αλήθεια στο λαο και δεν κρύβουμε τα προβλήματα", να ερμηνευθούν εντελώς διαφορετικά από το εκλογικό σώμα. Στην τρέχουσα συγκυρία, μάλλον συμβαίνει κάτι ανάλογο. Στο πρώτο κύμα μεταρρυθμίσεων αυτής της Κυβέρνησης, η κοινωνία έκρινε θετικά τα επώδυνα μέτρα της ασφαλιστικής και εκπαιδευτικής "μεταρρύθμισης" ή μεταρρύθμισης - ό,τι προτιμάτε - διότι πολύ απλά θεωρούσε πως ασχέτως σφαλμάτων, υπαναχωρήσεων και εν γένει δυσχερειών, η Κυβέρνηση εμφορείτο από την αγαθή πρόθεση να αναμορφώσει υπέρ των πολιτών, χρονίζοντα ζητήματα της ελλειμματικής και προβληματικής Ελληνικής δημόσιας διοίκησης.
Σήμερα, τα αναγγελθέντα μέτρα -φορολογικά, ασφαλιστικά, ευρύτερα οικονομικά και άλλα - δεν διαθέτουν την ίδια ποιότητα, δεν έχουν το ίδιο βάρος, δε μεταφέρουν όραμα, δεν προάγουν το μύθο των "μεταρρυθμίσεων" και σαφώς δεν εισπράττονται από την κοινωνία ως μέτρα αναμόρφωσης αλλά ευκαιριακής αντιμετώπισης τρεχόντων προβλημάτων, τα οποία πιθανώς διογκώθηκαν από εσφαλμένους χειρισμούς της Κυβέρνησης.
Αυτή η ουσιαστική διαφορά, αυτό το "φάντασμα του παρελθόντος" που αφορά στην αρνητική στάση της κοινωνίας απέναντι σε σημαντικές μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, που όμως δεν εισπράττονται ως τέτοιες από το εκλογικό σώμα και συναφώς δεν αποτιμώνται αναλόγως, οδηγεί σταδιακά στην διακοπή επικοινωνίας μεταξύ εκλογικού σώματος και Πρωθυπουργού. Η φράση οπωσδήποτε εμπεριέχει γενίκευση, αλλά εξυπηρετεί αυτό που επιθυμούμε να καταγράψουμε: Η αδυναμία πολιτικής επικοινωνίας της τελευταίας περιόδου του Σημίτη στοιχειώνει την τρέχουσα πολιτική επικοινωνία του Καραμανλή. Νομοτελειακά και εφόσον δεν μεταβληθεί άμεσα, οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα.
Ο κ. Καραμανλής ανοίγει πολλαπλά μέτωπα με ετερόκλητες κοινωνικές ομάδες στο πλαίσιο μιας πολιτικής που στη θεωρία τουλάχιστον τον θέλει να είναι ο υπεύθυνος ηγέτης, με ρεαλιστικές και εφικτές λύσεις, με όραμα μεταρρυθμιστικό και βεβαίως εν σύγκριση με την απουσία προτάσεων και τη συνεχή και στείρα αρνητική κριτική της αντιπολίτευσης, αυτομάτως θα τον καθιστούσε ως λύση-μονόδρομο. Όμως, και εδώ αξίζει να επικεντρώσουμε την προσοχή μας, η συγκυρία μεταβλήθηκε. Η κοινωνία δεν βρίσκει αυτού του είδους την πολιτική πλέον να λειτουργεί υπέρ της, αλλά θεωρεί ότι την προσκαλεί να παραιτηθεί από προνόμια και δικαιώματα χωρίς σχέδιο, χωρίς προοπτική και μάλιστα σε χέρια χωρίς ικανότητες και πρόθεση να εργαστούν υπέρ αυτής, εφόσον η αξιοπιστία κυβερνητικών στελεχών έχει τρωθεί και εκ των έσω. Πολιτική υψηλού ρίσκου η οποία μολονότι αποδείχθηκε εξαιρετικά επιτυχημένη στο παρελθόν, σήμερα οδηγεί σε εγκλωβισμό και περιορισμό των διαθέσιμών επιλογών. Δεν επιτρέπει - επί παραδείγματι - επικοινωνιακά ωφέλιμο ανασχηματισμό, εντούτοις πολιτικά αναγκαίο, εφόσον θα διασυνδεθεί άμεσα με ομολογία ήττας και λανθασμένων χειρισμών. Οι εξελίξεις αναμένονται με ενδιαφέρον!