Σοφές οι αναλύσεις των ειδικών, ενθαρρυντικές οι δηλώσεις των πολιτικών και θαυμάσιες οι προσεγγίσεις των δημοσιογράφων στην ελληνική κρίση. Ωστόσο, το πρόβλημα της Ελλάδας εμπεριέχει μια πιεστική παράμετρο: την ανάγκη για άμεση ρευστότητα. Διαρθρωτικές αλλαγές, μέτρα και οικονομική φιλολογία δεν μπορούν να ικανοποιήσουν τις άμεσες ανάγκες του "πεινασμένου" για ζεστό χρήμα ελληνικού δημοσίου.
Έτσι όπως φαίνεται να διαμορφώνεται η κατάσταση, τόσο μέσα από τους οικονομικούς δείκτες, όσο και από τις εδώ και μήνες τοποθετήσεις σχεδόν ολόκληρης της ευρωπαϊκής οικονομικο-πολιτικής ελίτ, η Ευρώπη παρέχει μεν την πολιτική της στήριξη στο Πρόγραμμα Σταθερότητας της Κυβέρνησης αλλά δεν προτίθεται να "βάλει το χέρι στην τσέπη". Κατά συνέπεια, εμφανίζεται στον ορίζοντα ολοένα και πιο πιθανή η επίκληση του ΔΝΤ, προκειμένου να προσφερθεί στην Ελλάδα η αναγκαία ρευστότητα ώστε αυτή να λειτουργήσει ως ο μοχλός που θα "ξεκολλήσει" την οικονομία από τη "δίνη" στην οποία έχει περιέλθει. Όχι χωρίς σοβαρές συνέπειες, πολιτικές και κοινωνικές πλέον των οικονομικών, η παρουσία του ΔΝΤ θα λειτουργήσει καταλυτικά στην επιτάχυνση των εξελίξεων στη χώρα μας κάτι που η Κυβέρνηση αλλά και ο πολιτικός κόσμος δεν φαίνεται να έχει στο σχεδιασμό του.
Είναι προφανές ότι ο δραματικός δημοσιονομικός εκτροχιασμός του ευρωπαϊκού Νότου δεν είχε "προβλεφθεί" στο Ευρωπαϊκό οικονομικό σύστημα. Η Ευρωζώνη δεν είχε προβλέψει κανέναν μηχανισμό άμεσης, επαρκούς και αποτελεσματικής αντίδρασης απέναντι σε καταστάσεις οικονομικών κρίσεων στην περιφέρειά της - ένα ανάλογο της αμερικανικής FED δηλαδή - επιτρέποντας έτσι στις χώρες-μέλη να λειτουργούν κατά το δοκούν, επηρεάζοντας όμως με τις αποφάσεις και τις αδυναμίες τους το κοινό νόμισμα. Καθημερινά παρατηρεί κανείς την αντιφατική φρασεολογία, τις αντικρουόμενες δηλώσεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων κι ενώ σέρνεται αλλά και επεκτείνεται η κρίση απουσιάζει το βασικότερο: Ένα σαφές και συγκεκριμένο και κυρίως απτό πρόγραμμα σταθεροποίησης από πλευράς κεντρικών ευρωπαϊκών οργάνων ως απάντηση. Ούτε λόγος βέβαια για κοινή τεχνική και συντονισμένη αντίδραση των ευρωπαϊκών οικονομικών θεσμών - με κύριο αυτόν της ΕΚΤ - και βεβαίως ούτε λόγος για συγκεκριμένα ευρωπαϊκά "εργαλεία" που θα λειτουργούσαν ως αντίβαρο στις κερδοσκοπικές "επιθέσεις".
Κι αν όλα αυτά ακούγονται θεωρητικά ας έλθουμε στο ζουμί: Όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν μπορεί να "μπλεχτεί" με την ανάληψη του ρίσκου αγοράς, χρηματοδότησης ή εγγυοδοσίας του ελληνικού χρέους, υπό οποιαδήποτε μορφή, ούτε δηλαδή με την μορφή δανείου, ευρω-ομολόγου ή άλλου προϊόντος. Με τη σειρά της η "πρόθυμη" χώρα θα δεχτεί και η ίδια την υποβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας και την είσοδό της στη "δίνη" της κερδοσκοπίας, σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό. Όλοι οι Ευρωπαίοι λοιπόν έχουν να μας προσφέρουν ανέξοδες συμβουλές, άκοπη "σκληρή" επιτήρηση αλλά επί του πρακτέου - την προσφορά ζεστού χρήματος δηλαδή - ουδείς. Δυστυχώς, ο μοναδικός διεθνής θεσμός που μπορεί χωρίς κίνδυνο να βοηθήσει - επαναλαμβάνω όχι χωρίς συνέπειες για τη χώρα - την Ελλάδα σε αυτό το επίπεδο, χωρίς δηλαδή να αναλάβει οικονομικό ρίσκο, είναι το ΔΝΤ.
Από την πλευρά της η Ελληνική Κυβέρνηση, επιμένει σε μια συγκεχυμένη και θολή διαχείριση του οικονομικού προβλήματος βασισμένη χονδρικά σε τρεις άξονες, σαν να περιμένει το "μοιραίο":
Έτσι όπως φαίνεται να διαμορφώνεται η κατάσταση, τόσο μέσα από τους οικονομικούς δείκτες, όσο και από τις εδώ και μήνες τοποθετήσεις σχεδόν ολόκληρης της ευρωπαϊκής οικονομικο-πολιτικής ελίτ, η Ευρώπη παρέχει μεν την πολιτική της στήριξη στο Πρόγραμμα Σταθερότητας της Κυβέρνησης αλλά δεν προτίθεται να "βάλει το χέρι στην τσέπη". Κατά συνέπεια, εμφανίζεται στον ορίζοντα ολοένα και πιο πιθανή η επίκληση του ΔΝΤ, προκειμένου να προσφερθεί στην Ελλάδα η αναγκαία ρευστότητα ώστε αυτή να λειτουργήσει ως ο μοχλός που θα "ξεκολλήσει" την οικονομία από τη "δίνη" στην οποία έχει περιέλθει. Όχι χωρίς σοβαρές συνέπειες, πολιτικές και κοινωνικές πλέον των οικονομικών, η παρουσία του ΔΝΤ θα λειτουργήσει καταλυτικά στην επιτάχυνση των εξελίξεων στη χώρα μας κάτι που η Κυβέρνηση αλλά και ο πολιτικός κόσμος δεν φαίνεται να έχει στο σχεδιασμό του.
Είναι προφανές ότι ο δραματικός δημοσιονομικός εκτροχιασμός του ευρωπαϊκού Νότου δεν είχε "προβλεφθεί" στο Ευρωπαϊκό οικονομικό σύστημα. Η Ευρωζώνη δεν είχε προβλέψει κανέναν μηχανισμό άμεσης, επαρκούς και αποτελεσματικής αντίδρασης απέναντι σε καταστάσεις οικονομικών κρίσεων στην περιφέρειά της - ένα ανάλογο της αμερικανικής FED δηλαδή - επιτρέποντας έτσι στις χώρες-μέλη να λειτουργούν κατά το δοκούν, επηρεάζοντας όμως με τις αποφάσεις και τις αδυναμίες τους το κοινό νόμισμα. Καθημερινά παρατηρεί κανείς την αντιφατική φρασεολογία, τις αντικρουόμενες δηλώσεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων κι ενώ σέρνεται αλλά και επεκτείνεται η κρίση απουσιάζει το βασικότερο: Ένα σαφές και συγκεκριμένο και κυρίως απτό πρόγραμμα σταθεροποίησης από πλευράς κεντρικών ευρωπαϊκών οργάνων ως απάντηση. Ούτε λόγος βέβαια για κοινή τεχνική και συντονισμένη αντίδραση των ευρωπαϊκών οικονομικών θεσμών - με κύριο αυτόν της ΕΚΤ - και βεβαίως ούτε λόγος για συγκεκριμένα ευρωπαϊκά "εργαλεία" που θα λειτουργούσαν ως αντίβαρο στις κερδοσκοπικές "επιθέσεις".
Κι αν όλα αυτά ακούγονται θεωρητικά ας έλθουμε στο ζουμί: Όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν μπορεί να "μπλεχτεί" με την ανάληψη του ρίσκου αγοράς, χρηματοδότησης ή εγγυοδοσίας του ελληνικού χρέους, υπό οποιαδήποτε μορφή, ούτε δηλαδή με την μορφή δανείου, ευρω-ομολόγου ή άλλου προϊόντος. Με τη σειρά της η "πρόθυμη" χώρα θα δεχτεί και η ίδια την υποβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας και την είσοδό της στη "δίνη" της κερδοσκοπίας, σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό. Όλοι οι Ευρωπαίοι λοιπόν έχουν να μας προσφέρουν ανέξοδες συμβουλές, άκοπη "σκληρή" επιτήρηση αλλά επί του πρακτέου - την προσφορά ζεστού χρήματος δηλαδή - ουδείς. Δυστυχώς, ο μοναδικός διεθνής θεσμός που μπορεί χωρίς κίνδυνο να βοηθήσει - επαναλαμβάνω όχι χωρίς συνέπειες για τη χώρα - την Ελλάδα σε αυτό το επίπεδο, χωρίς δηλαδή να αναλάβει οικονομικό ρίσκο, είναι το ΔΝΤ.
Από την πλευρά της η Ελληνική Κυβέρνηση, επιμένει σε μια συγκεχυμένη και θολή διαχείριση του οικονομικού προβλήματος βασισμένη χονδρικά σε τρεις άξονες, σαν να περιμένει το "μοιραίο":
- Στον διπλωματικό, επικαλούμενη διαρκώς "κερδοσκοπικές επιθέσεις" στο ευρώ και στην ευρωζώνη ως σύνολο, προσπαθώντας να εκμαιεύσει ολίγη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, αγνοώντας τη βασικότερη των αρχών περί του δίκαιου του ισχυροτέρου. Δηλαδή, αν δεν θέλουν οι Γάλλοι κι οι Γερμανοί να βοηθήσουν...απλά δεν τους πείθεις!
- Στον επικοινωνιακό, αναγγέλλοντας "σκληρά" μέτρα γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι αφενός αυτά δεν αποτελούν ρεαλιστική προσέγγιση στα μέτρα της ελληνικής πραγματικότητας και ότι αφετέρου εφόσον και οψέποτε εφαρμοσθούν πολύ μικρή επίδραση θα έχουν στο συνολικό πρόβλημα. Για παράδειγμα, τι νόημα έχει να εξαγγέλλει κανείς την επιμήκυνση του χρόνου εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων εφόσον δεν το συνδυάζει με άρση της μονιμότητας και την εφαρμογή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων στην απόδοση της εργασίας τους, αφού είτε ως εν ενεργεία υπάλληλο είτε ως συνταξιούχο θα τον μισθοδοτεί το δημόσιο. Μακροπρόθεσμα αυτό που θα πάρει κανείς θα είναι ένα πιο γηρασμένο και πιο ακριβό υπαλληλικό δυναμικό και συναφώς πιο αντιπαραγωγικό, εφόσον δεν θα απολύεται ούτε θα συνταξιοδοτείται αλλά θα αναμένει να συμπληρώσει - μισθοδοτούμενο - τα απαιτούμενα έτη προς συνταξιοδότηση.
- Στον φοροεισπρακτικό, προσβλέποντας προφανώς στην άμεση ανακούφιση του προβλήματος της ρευστότητας, θυσιάζοντας οποιαδήποτε μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή προοπτική αλλά και οποιαδήποτε υποψία κοινωνικής συνοχής αφού και πάλι μισθωτοί και συνταξιούχοι μπαίνουν στο στόχαστρο είτε μέσω μείωσης των επιδομάτων είτε μέσω της κατάργησης της αυτοτελούς φορολόγησης. Δυστυχώς, η ελκυστική αποτελεσματικότητα του φοροεισπρακτικού άξονα πάσχει εφόσον μεγάλο μέρος της ρευστότητας που θα λείψει από την αγορά και θα διοχετευθεί στα κρατικά ταμεία, θα οδηγήσει σε περαιτέρω συρρίκνωση της οικονομίας με συνέπειες που δεν έχουν προσμετρηθεί: Για παράδειγμα, οι επισφάλειες των τραπεζών από πιθανή αδυναμία αποπληρωμής κατά μείζονα λόγο των στεγαστικών δανείων εκ μέρους δανειοληπτών-υπαλλήλων θα παραμείνουν ως έχουν ή θα αυξηθούν; Μάλλον το δεύτερο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου