Με την ολοκλήρωση ενός ακόμη κύκλου της σύγχρονης πολιτικής μας ιστορίας, όπου κυριάρχησαν γεγονότα όπως οι εξελίξεις στο Σκοπιανό και η "διπλωματία των αγωγών", μπορούμε να αποτυπώσουμε, μετά και από τη δημοσίευση των τελευταίων δημοσκοπήσεων, την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα εσωτερικά πολιτικά μας πράγματα.
Αν προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τα γεγονότα με όρους της πολιτικής δυναμικής τότε ο χάρτης των αντιπαραθέσεων αποκρυσταλλώνεται σε μια ακολουθία συμπερασμάτων που παραθέτουμε:
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο, η εικόνα του κ. Καραμανλή αφίσταται αυτής του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, φαινόμενο που επαναλαμβάνεται συχνά στην Ελληνική πολιτική πραγματικότητα. Η Νέα Δημοκρατία προηγείται στις δημοσκοπήσεις μόνον ως φορέας του ηγετικού προφίλ του Πρωθυπουργού και όχι ως πρόταση εξουσίας. Αντίπαλος αυτού του διπόλου προσδιορίζεται η δυσαρέσκεια του εκλογικού σώματος απέναντι σε αυτό που ονομάζουμε προβληματική καθημερινότητα του πολίτη. Πράγματι, ο κ. Καραμανλής δεν έχει ισχυρούς πολιτικούς αντιπάλους στην παρούσα φάση, είτε εντός Κοινοβουλίου είτε εκτός, υπό την έννοια της συγκροτημένης αντιπολίτευσης και υπό τη μορφή ενός ισχυρού συνδικαλιστικού ή άλλου κοινωνικού κινήματος ικανού να τον ανατρέψει. Βεβαίως, αυτή η διάσταση μεταξύ της προσωπικής του εικόνας και αυτής του κόμματός του λειτουργεί αρνητικά και για τους δύο, όμως στην παρούσα φάση δεν υφίστανται τα γενεσιουργά αίτια μιας ανατροπής. Με την ευκαιρία θα σημειώσουμε ότι οι τελευταίες εξελίξεις αναφορικά με την εξωτερική πολιτική, δεν είναι παρά προσπάθεια "εισαγωγής" πολιτικού κεφαλαίου προς ενίσχυση της κυβερνητικής εικόνας, αφού το "εγχώριο" κεφάλαιο (περιβάλλον, παιδεία, υγεία κ.ά) δεν επαρκεί για να της δώσει πλέον την παραμικρή ώθηση.
Η αξιωματική αντιπολίτευση έχει αυτοπροσδιορίσει ως αντίπαλο τον εαυτό της. Οι λόγοι είναι γνωστοί και τους έχουμε αναλύσει αρκετά. Απλά θα προσθέσουμε ότι το ΠΑΣΟΚ ανταγωνίζεται όχι μόνο τον σύγχρονό κακό - επικοινωνιακά - εαυτό του αλλά και τον παρελθόντα. Δύσκολη η αντιπαράθεση με αβέβαιο το τελικό αποτέλεσμα. Πάντως, σε καμιά περίπτωση δεν συγκροτεί ουσιαστικό αντίπαλο δέος για την Κυβέρνηση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εξετράπη προς μια ασαφή κατεύθυνση. Όντας σε αγωνία σχετικά με το πολιτικό μέλλον του, προσπαθώντας να κεφαλαιοποιήσει την ευρύτερη συμπάθεια του εκλογικού σώματος μετακίνησε το κέντρο βάρους του από την -αξιοπρόσεκτη - πολιτική του ατζέντα προς μια επικοινωνιακού χαρακτήρα μεταβολή στην ηγεσία του. Έτσι, μετά από δική του επιλογή, προσδιόρισε ως αντίπαλό του αποκλειστικά το δικομματισμό -ως επικοινωνιακή οντότητα- και όχι την διαφορετικότητα που μέχρι πρότινος τον χαρακτήριζε. Η διακριτή ουσία των πολιτικών του προτάσεων και η πρωτοπορία των θέσεών του-διότι έτσι καταγράφονταν από την κοινή γνώμη- σταδιακά έδωσαν τη θέση τους στις προσωπικές επικοινωνιακές επιλογές του κ. Τσίπρα. Η στρατηγική αυτή επιλογή, κατά την εκτίμησή μας, οδηγεί το ΣΥΡΙΖΑ σε ένα πεδίο ελιγμών που δεν είναι προνομιακό για τον ίδιο και κατά συνέπεια πολύ γρήγορα θα αναγκασθεί εκ των εξελίξεων να επαναπροσδιορίσει.
Τέλος, τόσο το ΛΑΟΣ όσο και το ΚΚΕ, ως κόμματα με στατική ιδεολογική πλατφόρμα, με μοναδική διαφορά την επικοινωνιακή τους πολιτική-από τη μια έχουμε ως κεντρικό μήνυμα την χαρισματική προσωπικότητα του κ. Καρατζαφέρη και από την άλλη την προβολή μιας αδιατάρακτης στο χρόνο "σταθερής πολιτικής αξίας"-δεν έχουν ουσιαστικά αντίπαλο. Όσο κι αν αυτό ακούγεται οξύμωρο, τα δύο αυτά κόμματα απλά διαχειρίζονται τα εκλογικά τους ποσοστά. Δεν μπορούν, εξαιτίας της στατικότητας που προαναφέρθηκε, να διεκδικήσουν ευρύτερη εκλογική δύναμη και ως εκ τούτου απλά υπάρχουν.
Κανείς από τα κόμματα εξουσίας δεν έχει απέναντί του το φυσικό του αντίπαλο. Κανείς από τους περιφερειακούς παίκτες δεν είναι σε θέση να επηρεάσει τις εξελίξεις. Το σύστημα ισορροπεί μεν αλλά με μια δυναμική εξαιρετικά ευαίσθητη, όπως και η πεταλούδα του Lorentz! Οι μεταβολές μεγάλης κλίμακας είτε στα κόμματα εξουσίας (διαγραφές βουλευτών, σκάνδαλα, ασφαλιστικό, απεργίες ) δεν είναι σε θέση να το διαταράξουν. Αρκεί όμως μια ξαφνική διαταραχή από έναν μεμονωμένο ή μικρής κλίμακας παράγοντα για να το θέσει σε κίνηση και πιθανόν εκτός των τρεχόντων ορίων του.
Αν προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τα γεγονότα με όρους της πολιτικής δυναμικής τότε ο χάρτης των αντιπαραθέσεων αποκρυσταλλώνεται σε μια ακολουθία συμπερασμάτων που παραθέτουμε:
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο, η εικόνα του κ. Καραμανλή αφίσταται αυτής του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, φαινόμενο που επαναλαμβάνεται συχνά στην Ελληνική πολιτική πραγματικότητα. Η Νέα Δημοκρατία προηγείται στις δημοσκοπήσεις μόνον ως φορέας του ηγετικού προφίλ του Πρωθυπουργού και όχι ως πρόταση εξουσίας. Αντίπαλος αυτού του διπόλου προσδιορίζεται η δυσαρέσκεια του εκλογικού σώματος απέναντι σε αυτό που ονομάζουμε προβληματική καθημερινότητα του πολίτη. Πράγματι, ο κ. Καραμανλής δεν έχει ισχυρούς πολιτικούς αντιπάλους στην παρούσα φάση, είτε εντός Κοινοβουλίου είτε εκτός, υπό την έννοια της συγκροτημένης αντιπολίτευσης και υπό τη μορφή ενός ισχυρού συνδικαλιστικού ή άλλου κοινωνικού κινήματος ικανού να τον ανατρέψει. Βεβαίως, αυτή η διάσταση μεταξύ της προσωπικής του εικόνας και αυτής του κόμματός του λειτουργεί αρνητικά και για τους δύο, όμως στην παρούσα φάση δεν υφίστανται τα γενεσιουργά αίτια μιας ανατροπής. Με την ευκαιρία θα σημειώσουμε ότι οι τελευταίες εξελίξεις αναφορικά με την εξωτερική πολιτική, δεν είναι παρά προσπάθεια "εισαγωγής" πολιτικού κεφαλαίου προς ενίσχυση της κυβερνητικής εικόνας, αφού το "εγχώριο" κεφάλαιο (περιβάλλον, παιδεία, υγεία κ.ά) δεν επαρκεί για να της δώσει πλέον την παραμικρή ώθηση.
Η αξιωματική αντιπολίτευση έχει αυτοπροσδιορίσει ως αντίπαλο τον εαυτό της. Οι λόγοι είναι γνωστοί και τους έχουμε αναλύσει αρκετά. Απλά θα προσθέσουμε ότι το ΠΑΣΟΚ ανταγωνίζεται όχι μόνο τον σύγχρονό κακό - επικοινωνιακά - εαυτό του αλλά και τον παρελθόντα. Δύσκολη η αντιπαράθεση με αβέβαιο το τελικό αποτέλεσμα. Πάντως, σε καμιά περίπτωση δεν συγκροτεί ουσιαστικό αντίπαλο δέος για την Κυβέρνηση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εξετράπη προς μια ασαφή κατεύθυνση. Όντας σε αγωνία σχετικά με το πολιτικό μέλλον του, προσπαθώντας να κεφαλαιοποιήσει την ευρύτερη συμπάθεια του εκλογικού σώματος μετακίνησε το κέντρο βάρους του από την -αξιοπρόσεκτη - πολιτική του ατζέντα προς μια επικοινωνιακού χαρακτήρα μεταβολή στην ηγεσία του. Έτσι, μετά από δική του επιλογή, προσδιόρισε ως αντίπαλό του αποκλειστικά το δικομματισμό -ως επικοινωνιακή οντότητα- και όχι την διαφορετικότητα που μέχρι πρότινος τον χαρακτήριζε. Η διακριτή ουσία των πολιτικών του προτάσεων και η πρωτοπορία των θέσεών του-διότι έτσι καταγράφονταν από την κοινή γνώμη- σταδιακά έδωσαν τη θέση τους στις προσωπικές επικοινωνιακές επιλογές του κ. Τσίπρα. Η στρατηγική αυτή επιλογή, κατά την εκτίμησή μας, οδηγεί το ΣΥΡΙΖΑ σε ένα πεδίο ελιγμών που δεν είναι προνομιακό για τον ίδιο και κατά συνέπεια πολύ γρήγορα θα αναγκασθεί εκ των εξελίξεων να επαναπροσδιορίσει.
Τέλος, τόσο το ΛΑΟΣ όσο και το ΚΚΕ, ως κόμματα με στατική ιδεολογική πλατφόρμα, με μοναδική διαφορά την επικοινωνιακή τους πολιτική-από τη μια έχουμε ως κεντρικό μήνυμα την χαρισματική προσωπικότητα του κ. Καρατζαφέρη και από την άλλη την προβολή μιας αδιατάρακτης στο χρόνο "σταθερής πολιτικής αξίας"-δεν έχουν ουσιαστικά αντίπαλο. Όσο κι αν αυτό ακούγεται οξύμωρο, τα δύο αυτά κόμματα απλά διαχειρίζονται τα εκλογικά τους ποσοστά. Δεν μπορούν, εξαιτίας της στατικότητας που προαναφέρθηκε, να διεκδικήσουν ευρύτερη εκλογική δύναμη και ως εκ τούτου απλά υπάρχουν.
Κανείς από τα κόμματα εξουσίας δεν έχει απέναντί του το φυσικό του αντίπαλο. Κανείς από τους περιφερειακούς παίκτες δεν είναι σε θέση να επηρεάσει τις εξελίξεις. Το σύστημα ισορροπεί μεν αλλά με μια δυναμική εξαιρετικά ευαίσθητη, όπως και η πεταλούδα του Lorentz! Οι μεταβολές μεγάλης κλίμακας είτε στα κόμματα εξουσίας (διαγραφές βουλευτών, σκάνδαλα, ασφαλιστικό, απεργίες ) δεν είναι σε θέση να το διαταράξουν. Αρκεί όμως μια ξαφνική διαταραχή από έναν μεμονωμένο ή μικρής κλίμακας παράγοντα για να το θέσει σε κίνηση και πιθανόν εκτός των τρεχόντων ορίων του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου