Η τρέχουσα αφήγηση της πολιτικής ηγεσίας της χώρας είναι πάνω κάτω αυτή: Η χώρα βρέθηκε στο χείλος της χρεωκοπίας, δεν θα ήταν σε θέση να πληρώσει τις υποχρεώσεις της μεταξύ των οποίων και μισθοί και συντάξεις. Οπότε προσχώρησε στο γνωστό Μνημόνιο με το ΔΝΤ και την ΕΕ προκειμένου να δανεισθεί τα απαραίτητα ποσά προκειμένου να επιβιώσει ενώ ταυτόχρονα εξαναγκάσθηκε στην νομοθέτηση επαχθών μέτρων ώστε να εξορθολογιστεί η οικονομική της διάρθρωση και να καταστήσει το σύστημα δανεισμού-αποπληρωμών της βιώσιμο στο μέλλον. Με λίγα λόγια να καταφέρει να ζητά λιγότερα δανεικά και ακόμη να κατορθώσει να παράγει πιο ανταγωνιστικά προϊόντα ή υπηρεσίες ώστε να επιτύχει τον κεντρικό στόχο της που είναι η απομείωση των δανειακών της αναγκών σε ανεκτά επίπεδα.
Κεντρικό στοιχείο αυτής της αφήγησης δεν είναι άλλο - αν αγνοήσει κανείς τις τεχνικές παραμέτρους - παρά η επιβίωση του έθνους, υπό την έννοια της δυνατότητας του Κράτους να υποστηρίξει την κοινωνική συνοχή και ομαλότητα. Δηλαδή να αποτραπεί η δυσμενής εκείνη κατάσταση κατά την οποία το άλλο ενδεχόμενο - η πτώχευση σε κάθε της μορφή - γίνει πραγματικότητα. Απώτερος στόχος των μέτρων λοιπόν -και συνακολούθως όσων τα υποστήριξαν ή τα υποστηρίζουν - δεν είναι άλλος από την επιβίωση του έθνους με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες.
Αποτελούν τα παραπάνω πράγματι εθνική στάση; Όντως επιβιώνει η χώρα - αν την ταυτίσουμε για λίγο με το έθνος - λαμβάνοντας σκληρά μέτρα υποδεικνυόμενα από την Τρόικα; Ας εξετάσουμε τα ζητήματα λίγο πιο επισταμένα.
Πρώτον, είναι εμφανής - έστω κι αν δεν αναφέρεται τούτο ρητά - η ταύτιση της επιβίωσης της χώρας και του έθνους κατ' επέκταση, με την εκπλήρωση ορισμένων οικονομικών στόχων. Το δίλημμα τίθεται ωμά: Παίρνεις τα μέτρα; τότε σου δίνω τις δόσεις του δανείου και πληρώνεις τις υποχρεώσεις σου. Αν όχι, η στρόφιγγα κλείνει και αναγκαστικά στρέφεσαι στο χάος: ζεις με όσα παράγεις και πληρώνεις με όσα βγάζεις. Δηλαδή το επίπεδο διαβίωσης της χώρας καταρρέει μέσα σε μια νύχτα. Δεν θα μπορείς να πληρώσεις για νοσοκομεία, σχολεία, μισθούς, συντάξεις και ό,τι άλλο. Τουλάχιστον δεν θα μπορείς να πληρώσεις για όλα όσα έχεις σήμερα. Άρα ως Κυβέρνηση αποδέχεσαι να εκχωρήσεις την δημοσιονομική σου πολιτική στους δανειστές σου προκειμένου να εξακολουθήσεις να διαβιείς - ως χώρα - με τους ίδιους περίπου όρους. Ποιο είναι το συμπέρασμα; Εκείνο που επιβιώνει με τα μέτρα δεν είναι ακριβώς η χώρα ή το έθνος αλλά το επίπεδο διαβίωσης αυτών κατά την έννοια της διατήρησης του μεγαλύτερου συνόλου των πραγμάτων που παρέχει το Κράτος - σχολεία, νοσοκομεία, ασφάλεια, μισθοί κλπ- απλώς πληρώνοντας λιγότερα. Παράδειγμα; Το Κράτος δεν μπορεί να κλείσει ας πούμε δέκα νοσοκομεία ώστε να επιβιώσουν τα άλλα, αποδέχεται να λάβει σκληρά μέτρα μειώνοντας τους μισθούς - σχηματικά αναφέρεται - προκειμένου να δανεισθεί από την Τρόικα και να συνεχίσει να διατηρεί το σύνολο των νοσοκομείων που είχε. Δεν διακυβεύθηκε η επιβίωση του έθνους αλλά το επίπεδο διαβίωσής του.
Δεύτερον, είναι επίσης εμφανής η ευθυγράμμιση όλων των άλλων - πλην οικονομίας - εθνικών στόχων ή επιδιώξεων με την τρέχουσα οικονομική συγκυρία. Όλα και όλοι υποτάσσονται όχι στο μέγεθος των ζητημάτων αλλά στην οικονομική δυνατότητα να υπηρετηθούν οι εθνικοί στόχοι. Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε δύο κεντρικά χαρακτηριστικά που καθιστούν αυτήν την επιλογή εξαιρετικά υψηλού ρίσκου: Το πρώτο είναι το γεγονός ότι η οικονομική συγκυρία μεταβάλλεται - χθες ήσουν ανεπτυγμένη χώρα σήμερα βρίσκεσαι υπό το ΔΝΤ αύριο μπορεί να επιτύχεις την οικονομική ευημερία - ενώ οι εθνικές σου επιλογές και οι εξ' αυτών συνέπειες παραμένουν δεσμευτικές για μεγάλο χρονικό διάστημα. Απλούστερα, αν υπό τη σημερινή δυσμενή οικονομική συγκυρία λάβεις αποφάσεις για την ονομασία των Σκοπίων ας πούμε, αυτές θα σε παρακολουθούν ακόμη και όταν θα εξέλθεις από την οικονομική μαύρη τρύπα. Το δεύτερο είναι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες των οικονομικών επιλογών στο έθνος αυτό καθ΄εαυτό. Επί παραδείγματι, ποιές θα είναι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες στο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας αν λόγω της παρούσας συγκυρίας ένα μέτρο όπως η αφαίρεση συνταξιοδοτικών προνομίων από τις μητέρες ανηλίκων επιδράσει αρνητικά στο δημογραφικό πρόβλημα; Ποιες θα είναι οι συνέπειες της μείωσης του κόστους εργασίας από την "εξαγωγή" των Ελλήνων εργαζομένων υψηλού επιπέδου και την αντικατάστασή τους από αλλοδαπούς εργαζόμενους με σαφώς λιγότερες οικονομικές απαιτήσεις; Υπηρετήθηκαν εθνικοί στόχοι - αυτονόητοι - όπως η διατήρηση της βιωσιμότητας του ελληνογενούς πληθυσμού; Σαφώς όχι. Παράλληλα, υπηρετούνται σταθερά οι θέσεις της εξωτερικής πολιτικής ή προσαρμόζονται στην οικονομική συγκυρία; Μάλλον το δεύτερο, εφόσον είναι ορατή πλέον η αναλογική ελάττωση διάθεσης πόρων τόσο στην εξωτερική πολιτική όσο και σε τομείς που συνδέονται με αυτήν, χωρίς βεβαίως αντίστοιχες βελτιώσεις στη διεθνή θέση της χώρας.
Συνοψίζοντας, η Κυβέρνηση αλλά και άλλοι πολιτικοί σχηματισμοί ή πρόσωπα προσχώρησαν με μεγάλη ευκολία σε ένα πολύ ιδιότυπο δόγμα: το εθνικώς ορθό είναι και το οικονομικώς ορθό. Κατά τη δική μου άποψη το συγκεκριμένο δόγμα συρρικνώνει το εύρος του εθνικού στο στενό πεδίου του οικονομικού όντος. Από κάθε άποψη - και κυρίως την παιδευτική - αποτελεί στρατηγικό σφάλμα με συνέπειες αόρατες επί του παρόντος. Καταγράφω την παιδευτική όψη του ζητήματος εφόσον οι πολίτες που θα "ανδρωθούν" με τη συγκεκριμένη αντίληψη ασφαλώς και θα αποτελούν στο μέλλον πολίτες με στρεβλή ιεράρχηση αξιών. Ουδείς βεβαίως αμφισβητεί την εξόχως προβληματική οικονομική κατάσταση. Από την άλλη όμως με δυσκολία μπορεί να αμφισβητήσει κανείς ότι οι επιλεγόμενες λύσεις του οικονομικού προβλήματος δεν πρέπει να αποσυνδέονται από τον ευρύτερο εθνικό σχεδιασμό.
Επί του πρακτέου, τι θα έπρεπε να συμβεί; Να αφεθεί η χώρα στη χρεωκοπία ή να προταθεί το εθνικό συμφέρον το οποίο - όπως προαναφέρθηκε κατά την αντίληψη του γράφοντος - είναι ευρύτερο και σαφώς υπέρτερο; Δεν υπάρχει ούτε ενδιάμεση ούτε η "σωστή" απάντηση. Ο καθείς παίρνει τη θέση που αισθάνεται ορθότερη ανάλογα με τα βιώματα, την παιδεία και την κοσμοαντίληψη που τον διακατέχει. Αν διευρύνουμε το χρονικό ορίζοντα που παρακολουθούμε, η χώρα - με όρους δημοκρατίας βεβαίως - έχει εκχωρήσει νομοθετική (μέσω του Ευρωκοινοβουλίου), δικαστική (μέσω των Ευρωπαϊκών δικαστικών θεσμών), εκτελεστική (μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) εξουσία ενώ προχώρησε στην εκχώρηση και της νομισματικής της πολιτικής (μέσω του ευρώ στην ΕΚΤ). Πρόσφατα προχώρησε και στην εκχώρηση της δημοσιονομικής της πολιτικής στην Τρόικα, νομοθετώντας καθ΄υπόδειξη και με την απειλή του οικονομικού χάους να επικρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει μείζων τομέας άσκησης κρατικής εξουσίας στον οποίο η χώρα μπορεί πραγματικά να δράσει προτάσσοντας το δικό της εθνικό συμφέρον αγνοώντας απειλές ή άλλες δεσμεύσεις. Ταυτόχρονα και υπό την πίεση της παρούσας συγκυρίας, ευρύτατη είναι η συναίνεση στην προσέλκυση ξένων επενδυτών όπως της Κίνας, στην εξαγορά ή άλλου είδους εκμετάλλευση δημόσιας περιουσίας, η οποία όντως παραμένει είτε αναξιοποίητη είτε τελεί σε ζημιογόνα κατάσταση.
Εν ολίγοις, στην παρούσα φάση, οι δρομολογούμενες πολιτικές σε πλήθος μειζόνων τομέων - πολύ περισσότερων απ' ότι σε άλλες χώρες της ΕΕ - καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από κέντρα αποφάσεων εκτός Ελλάδος. Το "συναρπαστικό" είναι ότι αυτά τα κέντρα δεν διακρίνονται ούτε από κοινά συμφέροντα με εμάς αλλά ούτε και μεταξύ τους, ενώ η χώρα δείχνει να "επιδιώκει" την υποκατάσταση εσωτερικών και εν πολλοίς "φθαρμένων" ή "αδύναμων" θεσμών με αντίστοιχους εισαγόμενους. Το πολιτικό σύστημα αλλά και οι πολίτες μοιάζουν να έχουν αποδεχτεί μια κατάσταση όπου το εσωτερικό αδυνατεί να τα βγάλει πέρα και χρειάζεται τη συνδρομή και την ανάληψη της εξουσίας από ξένους θεσμούς ή παράγοντες προκειμένου να τα καταφέρει. Άλλοτε "βαριέται" να εργαστεί, άλλοτε φοβάται το "πολιτικό κόστος", άλλοτε πολίτες και πολιτικοί αποδίδουν στη διαφθορά ή στη συνδιαλλαγή την αδυναμία να παράγουν αποτελέσματα, αλλά το συμπέρασμα είναι ένα: κανείς δεν αποδέχεται από τον Πρώτο, κατά τη Συνταγματική έννοια, μέχρι τον τελευταίο πολίτη αυτής της χώρας να αντισταθεί στον "πειρασμό" της διατήρησης των ελάχιστων κεκτημένων αντί της αυθεντικής υπηρέτησης των μακροπρόθεσμων εθνικών στόχων. Η υπογραφή του Προεδρικού Διατάγματος για τις εργασιακές σχέσεις αποτελεί ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της κατάστασης. Και μόνο το επικοινωνιακό "παιχνίδι" με το χρόνο προειδοποίησης των προς απόλυση εργαζομένων προκειμένου να απομειωθεί περαιτέρω η ούτως ή άλλως μηδαμινή αποζημίωσή τους και η στη συνέχεια "παράδοσή" τους στο σχεδόν ανύπαρκτο κοινωνικό "δίχτυ ασφάλειας" συνιστά ευθεία προσβολή του μακροπρόθεσμου εθνικού συμφέροντος ενώ βεβαίως εξυπηρετεί τα μέγιστα στο δόγμα του "οικονομικώς ορθού". Οι πολίτες αποτελούν "κεφάλαιο" του έθνους και αυτό το κεφάλαιο πολύ εύκολα παραδίδεται και αναλώνεται στο βωμό του πρόσκαιρου οικονομικού οφέλους. Εν τέλει μάλλον το έθνος θα παραμείνει χωρίς κεφάλαια και αναρωτιέμαι με ποιους πόρους - ανθρώπινους και άλλους- θα βρεθεί στο μέλλον για να υποστηρίξει ή να απολαύσει τα όποια οικονομικά οφέλη προκύψουν από τις κυβερνητικές οικονομικές επιλογές.
Κεντρικό στοιχείο αυτής της αφήγησης δεν είναι άλλο - αν αγνοήσει κανείς τις τεχνικές παραμέτρους - παρά η επιβίωση του έθνους, υπό την έννοια της δυνατότητας του Κράτους να υποστηρίξει την κοινωνική συνοχή και ομαλότητα. Δηλαδή να αποτραπεί η δυσμενής εκείνη κατάσταση κατά την οποία το άλλο ενδεχόμενο - η πτώχευση σε κάθε της μορφή - γίνει πραγματικότητα. Απώτερος στόχος των μέτρων λοιπόν -και συνακολούθως όσων τα υποστήριξαν ή τα υποστηρίζουν - δεν είναι άλλος από την επιβίωση του έθνους με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες.
Αποτελούν τα παραπάνω πράγματι εθνική στάση; Όντως επιβιώνει η χώρα - αν την ταυτίσουμε για λίγο με το έθνος - λαμβάνοντας σκληρά μέτρα υποδεικνυόμενα από την Τρόικα; Ας εξετάσουμε τα ζητήματα λίγο πιο επισταμένα.
Πρώτον, είναι εμφανής - έστω κι αν δεν αναφέρεται τούτο ρητά - η ταύτιση της επιβίωσης της χώρας και του έθνους κατ' επέκταση, με την εκπλήρωση ορισμένων οικονομικών στόχων. Το δίλημμα τίθεται ωμά: Παίρνεις τα μέτρα; τότε σου δίνω τις δόσεις του δανείου και πληρώνεις τις υποχρεώσεις σου. Αν όχι, η στρόφιγγα κλείνει και αναγκαστικά στρέφεσαι στο χάος: ζεις με όσα παράγεις και πληρώνεις με όσα βγάζεις. Δηλαδή το επίπεδο διαβίωσης της χώρας καταρρέει μέσα σε μια νύχτα. Δεν θα μπορείς να πληρώσεις για νοσοκομεία, σχολεία, μισθούς, συντάξεις και ό,τι άλλο. Τουλάχιστον δεν θα μπορείς να πληρώσεις για όλα όσα έχεις σήμερα. Άρα ως Κυβέρνηση αποδέχεσαι να εκχωρήσεις την δημοσιονομική σου πολιτική στους δανειστές σου προκειμένου να εξακολουθήσεις να διαβιείς - ως χώρα - με τους ίδιους περίπου όρους. Ποιο είναι το συμπέρασμα; Εκείνο που επιβιώνει με τα μέτρα δεν είναι ακριβώς η χώρα ή το έθνος αλλά το επίπεδο διαβίωσης αυτών κατά την έννοια της διατήρησης του μεγαλύτερου συνόλου των πραγμάτων που παρέχει το Κράτος - σχολεία, νοσοκομεία, ασφάλεια, μισθοί κλπ- απλώς πληρώνοντας λιγότερα. Παράδειγμα; Το Κράτος δεν μπορεί να κλείσει ας πούμε δέκα νοσοκομεία ώστε να επιβιώσουν τα άλλα, αποδέχεται να λάβει σκληρά μέτρα μειώνοντας τους μισθούς - σχηματικά αναφέρεται - προκειμένου να δανεισθεί από την Τρόικα και να συνεχίσει να διατηρεί το σύνολο των νοσοκομείων που είχε. Δεν διακυβεύθηκε η επιβίωση του έθνους αλλά το επίπεδο διαβίωσής του.
Δεύτερον, είναι επίσης εμφανής η ευθυγράμμιση όλων των άλλων - πλην οικονομίας - εθνικών στόχων ή επιδιώξεων με την τρέχουσα οικονομική συγκυρία. Όλα και όλοι υποτάσσονται όχι στο μέγεθος των ζητημάτων αλλά στην οικονομική δυνατότητα να υπηρετηθούν οι εθνικοί στόχοι. Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε δύο κεντρικά χαρακτηριστικά που καθιστούν αυτήν την επιλογή εξαιρετικά υψηλού ρίσκου: Το πρώτο είναι το γεγονός ότι η οικονομική συγκυρία μεταβάλλεται - χθες ήσουν ανεπτυγμένη χώρα σήμερα βρίσκεσαι υπό το ΔΝΤ αύριο μπορεί να επιτύχεις την οικονομική ευημερία - ενώ οι εθνικές σου επιλογές και οι εξ' αυτών συνέπειες παραμένουν δεσμευτικές για μεγάλο χρονικό διάστημα. Απλούστερα, αν υπό τη σημερινή δυσμενή οικονομική συγκυρία λάβεις αποφάσεις για την ονομασία των Σκοπίων ας πούμε, αυτές θα σε παρακολουθούν ακόμη και όταν θα εξέλθεις από την οικονομική μαύρη τρύπα. Το δεύτερο είναι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες των οικονομικών επιλογών στο έθνος αυτό καθ΄εαυτό. Επί παραδείγματι, ποιές θα είναι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες στο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας αν λόγω της παρούσας συγκυρίας ένα μέτρο όπως η αφαίρεση συνταξιοδοτικών προνομίων από τις μητέρες ανηλίκων επιδράσει αρνητικά στο δημογραφικό πρόβλημα; Ποιες θα είναι οι συνέπειες της μείωσης του κόστους εργασίας από την "εξαγωγή" των Ελλήνων εργαζομένων υψηλού επιπέδου και την αντικατάστασή τους από αλλοδαπούς εργαζόμενους με σαφώς λιγότερες οικονομικές απαιτήσεις; Υπηρετήθηκαν εθνικοί στόχοι - αυτονόητοι - όπως η διατήρηση της βιωσιμότητας του ελληνογενούς πληθυσμού; Σαφώς όχι. Παράλληλα, υπηρετούνται σταθερά οι θέσεις της εξωτερικής πολιτικής ή προσαρμόζονται στην οικονομική συγκυρία; Μάλλον το δεύτερο, εφόσον είναι ορατή πλέον η αναλογική ελάττωση διάθεσης πόρων τόσο στην εξωτερική πολιτική όσο και σε τομείς που συνδέονται με αυτήν, χωρίς βεβαίως αντίστοιχες βελτιώσεις στη διεθνή θέση της χώρας.
Συνοψίζοντας, η Κυβέρνηση αλλά και άλλοι πολιτικοί σχηματισμοί ή πρόσωπα προσχώρησαν με μεγάλη ευκολία σε ένα πολύ ιδιότυπο δόγμα: το εθνικώς ορθό είναι και το οικονομικώς ορθό. Κατά τη δική μου άποψη το συγκεκριμένο δόγμα συρρικνώνει το εύρος του εθνικού στο στενό πεδίου του οικονομικού όντος. Από κάθε άποψη - και κυρίως την παιδευτική - αποτελεί στρατηγικό σφάλμα με συνέπειες αόρατες επί του παρόντος. Καταγράφω την παιδευτική όψη του ζητήματος εφόσον οι πολίτες που θα "ανδρωθούν" με τη συγκεκριμένη αντίληψη ασφαλώς και θα αποτελούν στο μέλλον πολίτες με στρεβλή ιεράρχηση αξιών. Ουδείς βεβαίως αμφισβητεί την εξόχως προβληματική οικονομική κατάσταση. Από την άλλη όμως με δυσκολία μπορεί να αμφισβητήσει κανείς ότι οι επιλεγόμενες λύσεις του οικονομικού προβλήματος δεν πρέπει να αποσυνδέονται από τον ευρύτερο εθνικό σχεδιασμό.
Επί του πρακτέου, τι θα έπρεπε να συμβεί; Να αφεθεί η χώρα στη χρεωκοπία ή να προταθεί το εθνικό συμφέρον το οποίο - όπως προαναφέρθηκε κατά την αντίληψη του γράφοντος - είναι ευρύτερο και σαφώς υπέρτερο; Δεν υπάρχει ούτε ενδιάμεση ούτε η "σωστή" απάντηση. Ο καθείς παίρνει τη θέση που αισθάνεται ορθότερη ανάλογα με τα βιώματα, την παιδεία και την κοσμοαντίληψη που τον διακατέχει. Αν διευρύνουμε το χρονικό ορίζοντα που παρακολουθούμε, η χώρα - με όρους δημοκρατίας βεβαίως - έχει εκχωρήσει νομοθετική (μέσω του Ευρωκοινοβουλίου), δικαστική (μέσω των Ευρωπαϊκών δικαστικών θεσμών), εκτελεστική (μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) εξουσία ενώ προχώρησε στην εκχώρηση και της νομισματικής της πολιτικής (μέσω του ευρώ στην ΕΚΤ). Πρόσφατα προχώρησε και στην εκχώρηση της δημοσιονομικής της πολιτικής στην Τρόικα, νομοθετώντας καθ΄υπόδειξη και με την απειλή του οικονομικού χάους να επικρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη. Αναρωτιέμαι αν υπάρχει μείζων τομέας άσκησης κρατικής εξουσίας στον οποίο η χώρα μπορεί πραγματικά να δράσει προτάσσοντας το δικό της εθνικό συμφέρον αγνοώντας απειλές ή άλλες δεσμεύσεις. Ταυτόχρονα και υπό την πίεση της παρούσας συγκυρίας, ευρύτατη είναι η συναίνεση στην προσέλκυση ξένων επενδυτών όπως της Κίνας, στην εξαγορά ή άλλου είδους εκμετάλλευση δημόσιας περιουσίας, η οποία όντως παραμένει είτε αναξιοποίητη είτε τελεί σε ζημιογόνα κατάσταση.
Εν ολίγοις, στην παρούσα φάση, οι δρομολογούμενες πολιτικές σε πλήθος μειζόνων τομέων - πολύ περισσότερων απ' ότι σε άλλες χώρες της ΕΕ - καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από κέντρα αποφάσεων εκτός Ελλάδος. Το "συναρπαστικό" είναι ότι αυτά τα κέντρα δεν διακρίνονται ούτε από κοινά συμφέροντα με εμάς αλλά ούτε και μεταξύ τους, ενώ η χώρα δείχνει να "επιδιώκει" την υποκατάσταση εσωτερικών και εν πολλοίς "φθαρμένων" ή "αδύναμων" θεσμών με αντίστοιχους εισαγόμενους. Το πολιτικό σύστημα αλλά και οι πολίτες μοιάζουν να έχουν αποδεχτεί μια κατάσταση όπου το εσωτερικό αδυνατεί να τα βγάλει πέρα και χρειάζεται τη συνδρομή και την ανάληψη της εξουσίας από ξένους θεσμούς ή παράγοντες προκειμένου να τα καταφέρει. Άλλοτε "βαριέται" να εργαστεί, άλλοτε φοβάται το "πολιτικό κόστος", άλλοτε πολίτες και πολιτικοί αποδίδουν στη διαφθορά ή στη συνδιαλλαγή την αδυναμία να παράγουν αποτελέσματα, αλλά το συμπέρασμα είναι ένα: κανείς δεν αποδέχεται από τον Πρώτο, κατά τη Συνταγματική έννοια, μέχρι τον τελευταίο πολίτη αυτής της χώρας να αντισταθεί στον "πειρασμό" της διατήρησης των ελάχιστων κεκτημένων αντί της αυθεντικής υπηρέτησης των μακροπρόθεσμων εθνικών στόχων. Η υπογραφή του Προεδρικού Διατάγματος για τις εργασιακές σχέσεις αποτελεί ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της κατάστασης. Και μόνο το επικοινωνιακό "παιχνίδι" με το χρόνο προειδοποίησης των προς απόλυση εργαζομένων προκειμένου να απομειωθεί περαιτέρω η ούτως ή άλλως μηδαμινή αποζημίωσή τους και η στη συνέχεια "παράδοσή" τους στο σχεδόν ανύπαρκτο κοινωνικό "δίχτυ ασφάλειας" συνιστά ευθεία προσβολή του μακροπρόθεσμου εθνικού συμφέροντος ενώ βεβαίως εξυπηρετεί τα μέγιστα στο δόγμα του "οικονομικώς ορθού". Οι πολίτες αποτελούν "κεφάλαιο" του έθνους και αυτό το κεφάλαιο πολύ εύκολα παραδίδεται και αναλώνεται στο βωμό του πρόσκαιρου οικονομικού οφέλους. Εν τέλει μάλλον το έθνος θα παραμείνει χωρίς κεφάλαια και αναρωτιέμαι με ποιους πόρους - ανθρώπινους και άλλους- θα βρεθεί στο μέλλον για να υποστηρίξει ή να απολαύσει τα όποια οικονομικά οφέλη προκύψουν από τις κυβερνητικές οικονομικές επιλογές.